"Ω Κρίτων, έφη, τω Ασκληπιώ ωφείλομεν αλεκτρυόνα. αλλά απόδοτε και μή αμελήσητε" Σωκράτης, 469-399 π.Χ.

Τετάρτη 29 Μαΐου 2013

Εάλω η Πόλις , Δυτικοί (1204) & Οθωμανοί (1453)


         

Στην ελληνική ιστοριογραφία με την ορολογία Άλωση της Κωνσταντινούπολης υπήρξαν οι ακόλουθες πολιορκίες της Κωνσταντινούπολης:
  • Άλωση της Κωνσταντινούπολης (12 Απριλίου 1204), την πολιορκία και την άλωση της πόλης από τους Σταυροφόρους της Δ' Σταυροφορίας .
  • Άλωση της Κωνσταντινούπολης (29 Μαϊου 1453), την πολιορκία και την άλωση της πόλης από τους Οθωμανούς υπό τον σουλτάνο Μωάμεθ Β΄ τον Πορθητή της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας..



*-*-*-*-*-*-*-*







12 ΑΠΡΙΛΙΟΥ 1204  
ΔΕΝ ΞΕΧΝΑΜΕ ΤΗΝ ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΛΑΤΙΝΟΥΣ ΣΤΑΥΡΟΦΟΡΟΥΣ - ΠΡΟΚΕΙΤΑΙ ΓΙΑ ΤΗ ΧΕΙΡΟΤΕΡΗ ΛΕΗΛΑΣΙΑ ΠΟΥ ΕΓΙΝΕ ΠΟΤΕ, ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟΥΣ ΙΣΤΟΡΙΚΟΥΣ!


Άρθρο του έγκριτου Βυζαντινολόγου,Σερ Στήβεν Ράνσιμαν,που πρέπει να διαβαστεί από όλους:

Ενώ τονίζεται η 29η Μαϊου 1453 ως το τέλος της χιλιόχρονης αυτοκρατορίας μας, το κυριότερο γεγονός που κλόνισε την ύπαρξή της ανεπανόρθωτα, και οδήγησε στον οριστικό τερματισμό της υλικής και οικονομικής υπεροχής του κράτους μας σε όλη την Ευρώπη, και τελικά στο 1453, δηλαδή η καταστροφή της Ρωμανίας από τη Δύση, με την Άλωση της Νέας Ρώμης/Κωνσταντινούπολης την 13η Απριλίου 1204 από τους Σταυροφόρους, αποσιωπάται ή δεν του δίνεται η πρέπουσα σημασία. Θα έλεγε κανείς, ότι επειδή ο προσανατολισμός του νεοελληνικού κράτους ήταν προς τη Δύση, οι ηγέτες του σκέφτηκαν ότι αυτός ο προσανατολισμός συνεπάγεται απαραίτητα και τη λήθη της ιστορίας, τη λήθη του γεγονότος ότι εξαιτίας της Άλωσης του 1204 Η Ρωμηοσύνη στάθηκε αδύναμη να αντιμετωπίσει τους Τούρκους. Με άλλα λόγια, η Άλωση του 1204 οδήγησε στα 400-600 χρόνια Τουρκοκρατίας, αλλά αυτό το συμπέρασμα απωθήθηκε, πιθανότατα λόγω του ιδεολογικού προσανατολισμού της ηγετικής τάξης του Ελληνικού κράτους. Είναι σήμερα γενικά παραδεκτό, πως αυτή ήταν η αιτία της επικράτησης των Τούρκων στη Μικρά Ασία και τα Βαλκάνια. Ένα Ρωμαίικο Κράτος που δεν θα είχε υποστεί την Άλωση του 1204, πιθανότατα θα ανέκαμπτε, όπως είχε κάνει πολλές φορές στο παρελθόν άλλωστε, και θα αντιμετώπιζε τους Τούρκους νικηφόρα, όπως και τους Άραβες. Αλλα αυτή η ευκαιρία δεν δόθηκε στην ρωμηοσύνη.

Η ευκαιρία να χτυπηθεί η Ρωμηοσύνη, δεν άργησε να δοθεί στους Φραγκολατίνους. Ήδη από τον 12 αι. πολλές δεκάδες χιλιάδες από αυτούς υπήρχαν στην Κωνσταντινούπολη. Απολάμβαναν προνόμια και ήταν προκλητικοί προς τους Ρωμηούς της Κωνσταντινούπολης. Ο αυτοκράτορας Αλέξιος Α’ Κομνηνός παραχώρησε το 1082 υπέρμετρα δικαιώματα που τους έκαναν μισητούς στους Ρωμαίους. Ο Ιωάννης ο Β’ έκανε κάποιες προσπάθειες ώστε θα θέσει τέλος στα προνόμια αυτά. Αλλά η ενέργεια του αυτή, είχε ως αποτέλεσμα εχθροπραξίες από μέρους τους τόσο στο Αιγαίο, όσο και στο Ιόνιο και την Αδριατική. Αναγκάστηκε, ο αυτοκράτορας να ξαναδώσει πίσω τα προνόμια, όταν ο στόλος των Βενετών κινήθηκε εχθρικά προς τα εδάφη της Ρωμανίας. Οι Λατίνοι είχαν αλλοιώσει πολλές πλευρές της δημόσιας ζωής και οικονομικά διείσδυαν στον εμπορικό/επαγγελματικό ιστό συμβάλλοντας στην παρακμή της αυτοκρατορίας. Η Ρωμαϊκή οικονομία, πλέον ήταν υποχείριο της δύσης.

Ο λαός της Ρωμηοσύνης, αντιστάθηκε στις προκλήσεις τους, με μεγάλες εξεγέρσεις, οι οποίες βάφτηκαν με αίμα. Τον Μάιο του 1182, έγινε η πρώτη εξέγερση κατά των Λατίνων. Μια επανάσταση που χαρακτηρίστηκε από σφαγές και εξανδραποδισμούς. Κάτω από την πίεση της κατάστασης ο Ανδρόνικος ο Α’ αναγκάστηκε να υιοθετήσει την αντιλατινική πολιτική. Όπως είναι φυσικό, οι Λατίνοι αντέδρασαν κατά της Ρωμανίας. Η επεκτατική πολιτική τους εκφράστηκε με την επίθεση των Ούγγρων στη βαλκανική το 1183 καθώς και με την επίθεση των Νορμανδών κατά των Ρωμαϊκών εδαφών το 1185, με αποτέλεσμα την άλωση της Θεσσαλονίκης. Ακολούθησε νέα επανάσταση του δυσαρεστημένου από τα γεγονότα λαού στην οποία σφαγιάστηκε ο Ανδρόνικος.

Αυτοκράτορας έγινε ο Iσαάκιος ο B΄ ο Άγγελος. Δυστυχώς, εκείνη την περίοδο, η Ρωμανία έπασχε από ελλιπή ηγεσία Οι Άγγελοι ήταν ίσως η χειρότερη δυναστεία! Ο Παπαρρηγόπουλος λέει (Δ΄ Β 237): “η ολεθρία των Αγγέλων γενεά”. ο Iσαάκιος προσπάθησε να έρθει σε συνεννόηση με τους Λατίνους και να τους παραχωρήσει ξανά, ευνοϊκή μεταχείριση. Το 1187 επαναφέρει τα προνόμια των Βενετών, οι οποίοι έχουν πλέον την υποχρέωση να μην συνάπτουν συμμαχίες ενάντια στην Αυτοκρατορία. Το 1195 ανατρέπεται ο Ισαακιος από τον Αδελφό του Αλέξιο Γ’ , πράγμα το οποίο κάνει τους Βενετούς σκεπτικούς, αν και τα προνόμια τους ανανεώνονται.

Ο Πάπας Ιννοκέντιος ο Γ’ ήταν ο πνευματικός πατέρας της 4ης Σταυροφορίας. Υπήρχε σε αυτήν ένα ανάμεικτο πνεύμα αρρωστημένης θρησκευτικότητας και «ιπποτικής» ιδεολογίας. Έστειλε τους Λατίνους ιεροκήρυκες να προωθήσουν την υπόθεση του ιερού πολέμου στην Δυτική Ευρώπη. την κήρυξη του ιερού πολέμου. Ο Θεοβάλδος ο Γ΄., κόμης της Καμπανίας, κήρυξε τελικά τον (ανίερο) πόλεμο. Οι Σταυροφόροι “Ήταν ένα περίεργο ανακάτωμα από ευσεβείς και θρήσκους άνδρες, αλλά και από αποβράσματα της κοινωνίας, από ανθρώπους, δηλαδή, που ήταν ικανοί για κάθε έγκλημα” [Παντίτ Νεχρού “Παγκόσμιος Ιστορία”, επιστολή 62α]. Μυριάδες λαού έσπευσαν στο κάλεσμα των κηρύκων της Σταυροφορίας. Η θρησκευτικότητα ήταν πρόσχημα και επικάλυψη της κατάκτησης. Οι ελευθερωτές των Αγίων Τόπων έγιναν κατακτητές της Ανατολής, κοσμικοί και πνευματικοί αφέντες και δυνάστες. Το φεουδαρχικό κλίμα της Φράγκικης Δύσης μεταφυτεύτηκε στην Ανατολή.

To συμβούλιο που αποτελείτο από τους Φεουδάρχες οι οποίοι λάμβαναν μέρος στην σταυροφορία αποφάσισε πως η συγκέντρωση θα γινόταν στην Βενετία και κατόπιν θα κατευθύνονταν είτε στην Συρία, είτε στην Αίγυπτο. Οι σταυροφόροι έπασχαν τόσο από πλευράς οργάνωσης και εξοπλισμού, όσο και στα οικονομικά. Γι’ αυτό συνάψανε συμφωνία με τους Βενετούς, με την οποία θα παρείχετο τροφή και υποστήριξη, έναντι 85.000 μάρκων. Επίσης προσέφεραν και τα μισά εδάφη που θα κατακτούσαν οι σταυροφόροι. Οι περισσότεροι έφτασαν το 1202, αργοπορημένα στην Βενετία. Η οργάνωση, ο εξοπλισμός και τα οικονομικά τους ήταν σε άθλια κατάσταση. Μια και δεν μπορούσαν να τηρήσουν τις υποχρεώσεις τους, οι σταυροφόροι αναγκάστηκαν να βοηθήσουν τους Βενετούς χτυπώντας εχθρικές πόλεις, ως «πληρωμή». Κατέστρεψαν και λεηλάτησαν την πόλη Ζάρα.

Ο Βολταίρος έλεγε ότι η “Αγία Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία του Γερμανικού Έθνους” δεν ήταν ούτε αγία, ούτε ρωμαϊκή ούτε καν αυτοκρατορία! Η Βενετική “Serenissima Repubblica” (Γαληνότατη Δημοκρατία) κατ’ αναλογία , ούτε γαλήνια, ούτε και Δημοκρατία ήταν. Ήταν ένα κράτος βαθιά ιμπεριαλιστικό, πλουτοκρατικό, αποικιοκρατικό και ρατσιστικό / αριστοκρατικό. Το Βενετικό κράτος ήταν «εμπορικό». Βεβαίως, δεν γνωρίζουμε αν το να είσαι κλέπτης και κλεπταποδόχος είναι «εμπόριο». Ο Φράγκος σταυροφόρος εντυπωσίασε, κλέβοντας και διαλύοντας την Ρωμηοσύνη. Δεν είναι μόνο τα «ελγίνεια» μάρμαρα που ξέρουμε όλοι. Όποιος έχει επισκεφθεί την Ιταλία, θαυμάζει, τα τέσσερα χάλκινα άλογα που κοσμούν τον εξώστη του ναού, τα οποία κάποτε στόλιζαν τον Ιππόδρομο της Κωνσταντινούπολης! Ακόμα και η βαριά μεγαλοπρεπής χαλύβδινη πόρτα του ναού, κάποτε κοσμούσε την Αγία Σοφία! Η Βενετία, ξεκίνησε ως μία καθαρά Ρωμαίικη πόλη, αλλά τελικά κατάληξε να αλωθεί πολιτισμικά από τους Φράγκους και να γίνει και αυτή Φραγκική. Αυτό συνέβη, κυρίως, μετά την κατάληψη του Πατριαρχείου Ρώμης από τους Φράγκους. Για παράδειγμα, ως τον 10ο αιώνα τα δημόσια έγγραφα της Βενετίας άνοιγαν με το όνομα του Ρωμαίου αυτοκράτορα. Στα τέλη του 12ου αιώνα όλοι οι Δόγηδες έφεραν τίτλους Ρωμηών αυλικών αξιωματούχων. Το σύστημα χρονολόγησης των εγγράφων παρέμεινε Ρωμαϊκό και συνέχισε να χρησιμοποιεί το μεσαιωνικό Index, ενώ ως την ενθρόνιση του τελευταίου βενετού Δόγη το 1789 το τελετουργικό ακολουθούσε αυστηρά τη Ρωμαίικη παράδοση. [GHERARDO ORTALLI, «H Βενετία και τα ίχνη του Βυζαντίου», ΤΟ ΒΗΜΑ, 24-10-2004] Μόνο μετά το 1797, οπότε και εγκαθιδρύθηκε η «Γαληνότατη Δημοκρατία», η Βενετία απέταξε εντελώς τα σύμβολα της Ρωμαίικης αυτοκρατορίας.

Στην πόλη Ζάρα στην Αδριατική Ακτή, αρχές του 1203, οι σταυροφόροι δέχτηκαν τους αντιπροσώπους του Αλέξιου Δ΄ Αγγελου , υιού του εκθρονισμένου και τυφλωμένου Ισάκιου Β΄ Αγγελου,. Η αδελφή του Αλέξιου είχε παντρευτεί τον βασιλιά της Σουηβίας Φίλιππο. Ο Αλέξιος Δ΄ έχει χαρακτηριστεί ο «Εφιάλτης» της Ρωμανίας! Αυτός έφερε τους Λατίνους Σταυροφόρους στην Κωνσταντινούπολη. Ήθελε να αποκαταστήσει, στον θρόνο, τον πατέρα του Ισαάκιο. Συνεργάστηκε όμως, με τους εχθρούς της αυτοκρατορίας, για να πετύχει τον σκοπό του. Οι Σταυροφόροι δεν μπόρεσαν να αποφασίσουν, και απέπλευσαν προς Κέρκυρα, όπου ο Αλέξιος επανέλαβε τις προτάσεις του.

Σημαντικό ρόλο έπαιξε ο δόγης της Bενετίας Eρρίκος Δάνδολος, ο οποίος έτρεφε μίσος κατά των Ρωμηών. Ο Δάνδολος έγινε Δόγης όταν ήταν 85 ετών. Είχε τυφλωθεί στην Κωνσταντινούπολη, ενώ ήταν επικεφαλής μίας πρεσβείας των Βενετών στον Μανουήλ Α΄ Κομνηνό. Το 1171, ο αυτοκράτορας, έχοντας απηυδήσει από την “ανυπόφορη” συμπεριφορά των Βενετών εμπόρων, είχε συλλάβει μερικούς από αυτούς. Ο Δάνδολος θα έλθει, τότε, σε σύγκρουση με τον Μανουήλ Α΄ και σε μια συμπλοκή στην Πόλη, τραυματίστηκε και τυφλώθηκε. Έτσι, ο Δάνδολος μισούσε θανάσιμα τους Ρωμηούς και ανέμενε κάποια ευκαιρία, για ένα ξεκαθάρισμα λογαριασμών. Επόμενο ήταν να «αρπάξει την ευκαιρία» και να ασκήσει και αυτός επιρροή, ώστε η εκστρατεία να κατευθυνθεί προς την Νέα Ρώμη / Κωνσταντινούπολη.

Τον Μάιο του 1203 ο στόλος των σταυροφόρων έφυγε από την Κέρκυρα και έφθασε στην Βασιλεύουσα τον Ιούνιο. O ιππότης Γοδεφρείδος Bιλλεαρδουΐνος, που μετείχε ο ίδιος στη Σταυροφορία, έκπληκτος και αυτός, έγραψε χρονογραφία («Χρονικό της Κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης») που δίνει σαφή εικόνα των εντυπώσεων, σχετικά με το μέγεθος του ρωμαϊκού πολιτισμού, που αντίκρισαν οι στρατιώτες:

Παράγραφος 128.: «Τώρα μπορείτε να μάθετε πως κοίταζαν επίμονα την Κωνσταντινούπολη εκείνοι που δεν την είχαν δει ποτέ [σ.σ.: αναφέρεται στην στιγμή όπου τα δυτικά στρατεύματα πρωτοαντίκρισαν την Πόλη, 24 Ιουνίου 1203]. Γιατί δεν μπορούσαν καθόλου να σκεφτούν πως μπορεί να υπάρχει σε όλο τον κόσμο μια τόσο ΠΛΟΥΣΙΑ πόλη, όταν είδαν αυτά τα ψηλά της τείχη και τους ΠΛΟΥΣΙΟΥΣ πύργους κι αυτά τα ΠΛΟΥΣΙΑ παλάτια με τις ψηλές εκκλησίες, που ήταν τόσες πολλές που κανείς δεν θα το πίστευε αν δε το έβλεπε με τα μάτια του, και ακόμα το μήκος της πόλης που κυβερνούσε τις υπόλοιπες. Και μάθετε πως δεν υπήρξε άνθρωπος, άνθρωπος τόσο ασυγκίνητος, που να μην ανατριχιάσει. Κι αυτό δεν ήταν καθόλου περίεργο, γιατί ποτέ δεν ανέλαβαν άνθρωποι μια τόσο μεγάλη επιχείρηση από τότε που χτίστηκε ο κόσμος.»

Τρομοκρατημένος ο σφετεριστής αυτοκράτορας Αλέξιος Γ΄ διέφυγε στην Θράκη παίρνοντας μαζί του το κρατικό θησαυροφυλάκιο. Με την βοήθεια των Φράγκων που παρέμειναν έξω από την πόλη, ο τυφλωμένος πρώην αυτοκράτορας Ισαάκιος Β΄ Άγγελος αποκαταστάθηκε στον θρόνο του. Συναυτοκράτορας έγινε ο υιός του Αλέξιος Δ΄ Άγγελος. Ο Iσαάκιος επικύρωσε με χρυσόβουλλο όλες τις υποχρεώσεις που είχε αναλάβει απέναντι στους Σταυροφόρους ο Aλέξιος ο Δ΄. Η βασιλεία τους, όμως, δεν κράτησε πολύ.

Ο λαός αντέδρασε στην υποδούλωση στους δυτικούς, που ήταν εμφανής και ξέσπασε επανάσταση. Την αγανάκτηση του πληθυσμού προκάλεσαν η επιβολή βαριάς φορολογίας και η ληστρική συμπεριφορά των σταυροφόρων. Η επανάσταση είχε ως αποτέλεσμα ο Αλέξιος Δ’ να χάσει τόσο το στέμμα, όσο και την ίδια τη ζωή του. Στο θρόνο ανέβηκε ο γαμπρός του Αλέξιου Γ’, Αλέξιος Ε’ Δούκας Μούρτζουφλος τον Ιανουάριο του 1204. Οι σταυροφόροι εκμεταλλεύθηκαν την ευκαιρία και αποφάσισαν να επέμβουν, αυτή τη φορά όμως για να τοποθετήσουν όχι μια Ρωμαίικη κυβέρνηση, αλλά μια δική τους. Με εισήγηση του δόγη της Βενετίας Δάνδολου υπέγραψαν μπροστά στα τείχη της Κωνσταντινούπολης συμφωνία διανομής των εδαφών της Ρωμανίας (Partitio Romaniae) και άρχισαν την πολιορκία της πόλης που έπεσε στα χέρια τους στις 13 Απριλίου 1204. Η ειρωνεία της τύχης είναι πως ο Δάνδολος πέθανε στην Κων/πολη και θάφτηκε στην Αγία Σοφία.

Η “βασιλίδα των πόλεων”, απόρθητη από την εποχή της ίδρυσής της υπέκυψε για πρώτη φορά στον εχθρό. Φοβερές λεηλασίες και σφαγές ακολούθησαν την άλωση της Πόλης. Kύριοι της Kωνσταντινούπολης οι σταυροφόροι και οι συνεργάτες τους Bενετοί επέβαλαν το δίκαιο του κατακτητή. Οι σφαγές και η λεηλασία των δημόσιων κτηρίων και των ιδιωτικών κατοικιών ξεπέρασαν κάθε προηγούμενο. Άπληστοι και ακόρεστοι οι ιππότες της Δύσης επέπεσαν πάνω στα θαυμαστά πλούτη και τους θησαυρούς που είχαν συγκεντρώσει αιώνες πολιτισμού στη Bασιλεύουσα. [«H Δ’ Σταυροφορία και η πρώτη Άλωση της Κωνσταντινούπολης», Nίκος Γ.Mοσχονάς Iνστιτ. Bυζαντ. Eρευνών, ενθετο "Επτά Ημέρες" εφημ "Καθημερινή", 1-11-98].

Ο Πάπας Ιννοκέντιος Γ’ (1198-1216), θα απειλήσει, δήθεν, τους Σταυροφόρους με αφορισμό, αλλά θα φροντίσει να λησμονήσει, εγκαίρως, την απειλή του. Μετά την καταστροφή της Βασιλεύουσας, θα γράψει προς τον αυτοκράτορα της Νίκαιας Θεόδωρο Λάσκαρη ότι «οι Λατίνοι υπήρξαν όργανο της Θείας Προνοίας, που τιμώρησε τους ‘Ελληνες για την άρνησί τους να δεχθούν την ηγεσία της Ρωμαϊκής Εκκλησίας» [Αρχιεπισκόπου πρ. Θυατείρων και Μ. Βρεταννίας Μεθοδίου Γ. Φούγια, Μητροπολίτου Πισιδίας, “'Ελληνες και Λατίνοι”, Α.Δ.Ε.Ε., Αθήνα , σ. 278,] Σε ολόκληρη την Δύση θα ψάλλουν ύμνους για να πανηγυρίσουν την πτώση της «μεγάλης ανίερης (profana) πόλεως».

Στη θέση του αυτοκράτορα τοποθετήθηκε νέα λατινική κυβέρνηση. Οι κληρονόμοι του Ρωμαϊκού θρόνου, από τις επαρχίες της αυτοκρατορίας, επρόκειτο να συνεχίσουν τους αγώνες, μέχρι την ανάκτησή της το 1261 από το Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγο.

ΔΙΑΒΑΖΟΥΜΕ:

«Οι επιπτώσεις της Τέταρτης Σταυροφορίας επί του ευρωπαϊκού πολιτισμού υπήρξαν εξ ολοκλήρου καταστρεπτικές. Η λάμψη του ελληνικού πολιτισμού, την οποία το Βυζάντιο (σ.σ: διάβαζε Ρωμανία) συντηρούσε επί εν­νέα αιώνες μετά από την επιλογή της Κωνσταντινούπολης ως πρωτεύου­σας, έσβησε ξαφνικά… Το έγκλημα της Τέταρτης Σταυροφορίας παρέδω­σε την Κωνσταντινούπολη και τη Βαλκανική Χερσόνησο σε έξι αιώνες βαρβαρότητας…Προκειμένου να αντιληφθούμε την πλήρη σημασία της λατινικής κατάκτησης της Κωνσταντινούπολης, πρέπει να προσπαθήσουμε να συνειδητοποιήσουμε ποιος θα ήταν σήμερα ο πολιτισμός της Δυτικής Ευρώπης, αν η προ έξι αιώνων Ρωμανία δεν είχε καταστραφεί. Μπορεί κανείς να φανταστεί όχι μόνο τη Μαύρη Θάλασσα, τον Βόσπορο και τον Μαρμαρά να περιβάλλονται από προοδευτικά και πολιτισμένα έθνη, αλλά ακόμα και τα ανατολικά και νότια παράλια της Μεσογείου να έχουν επι­στρέψει υπό μια καλή διακυβέρνηση και υπό μια θρησκεία η οποία δεν αποτελεί φραγμό στον πολιτισμό…» [σερ Έντουιν Πήαρς, «Η Άλωση της Κωνσταντινούπολης το 1204»]

Η λεηλασία και απογύμνωση της Κωνσταντινουπόλεως από όλα της τα πλούτη, δεν είχε όμοιο της. Όσοι τολμούσαν να αντισταθούν σφάζονταν επί τόπου. Δεν έμεινε παλάτι, αρχοντικό εκκλησία μεγάλη ή μικρή, μοναστήρι, χαμοκέλα, που να μην υποστεί φρικώδη λεηλασία. Ιδίως τους προσέλκυσε ο μυθικός πλούτος της Αγίας Σοφίας. Μπήκαν μέσα στον Ιερό Ναό με άλογα και μουλάρια που λέρωναν με τις κοπριές τους το μαρμάρινο δάπεδο. Και άρχισαν με φρενιτιώδη ταχύτητα να ξηλώνουν και να παίρνουν τα πάντα: από άγια δισκοπότηρα, ευαγγέλια, ιερά άμφια, άγιες εικόνες, την Αγία Τράπεζα, και το ασημένιο εικονοστάσιο του Τέμπλου, αφού προηγουμένος το έκαναν κομμάτια, μανουάλια, πολυκάνδηλα, μέχρι και κουρτίνες. Μάλιστα κατά τη διάρκεια της λεηλασίας μια Γαλλίδα πόρνη ανεβασμένη στον πατριαρχικό θρόνο χόρευε ασεμνα μισόγυμνη και τραγουδούσε. Ούτε οι τάφοι των Αυτοκρατόρων γλύτωσαν: συλήθηκαν όλοι, ενώ τα λείψανα πετάχτηκαν εδώ κι εκεί. π.χ. το πτώμα του Βασίλειου Β’ Μακεδόνα πετάχτηκε έξω και στα χέρια του τοποθέτησαν οι Φράγκοι μια φλογέρα –ειρωνικά -. Με αφορμή αυτό το γεγονός ο Παλαμάς έγραψε το ποίημα «η φλογέρα του βασιλιά».

Κυρίως όμως καταστράφηκαν αναρίθμητα έργα τέχνης. Τόσο της κλασσικής αρχαιότητας (π.χ. αγάλματα του Δια, του Απόλλωνα, των Διοσκούρων, το χάλκινο άγαλμα του Ηρακλή από τον Λύσσιπο τον Σικυώνιο, της Άρτεμης, της Ηρας, της Ελένης του Μενελάου κ.ά. που κοσμούσαν δρόμους, πλατείες και παλάτια της Βασιλεύουσας) όσο και της Ρωμαϊκής περιόδου, τα οποία κομμάτιαζαν για να αφαιρέσουν το χρυσό, το ασήμι και τους πολύτιμους λίθους, ενώ τα κατασκευασμένα από χαλκό τα έλυωναν στα καμίνια για να κόψουν νομίσματα. Τα αρχαία ελληνικά χειρόγραφα καίγονταν από τους σταυροφόρους, για να ψήσουν τα κρεατικά τους! Οι πιο φρικτοί από όλους ήταν οι Γάλλοι και οι Φλαμανδοί, ενώ αντιθέτως οι Βενετοί που ήταν εξοικειωμένοι με το Ρωμάϊκο πολιτισμό ήταν οι πλέον φιλεύσπλαχνοι έναντι των ηττημένων: Ήταν τέτοια η έκταση της καταστροφής που στο τέλος το άλλοτε περικαλλές άστυ, η Βασιλίδα των πόλεων της οικουμένης, που επί 9 αιώνες είχε συσσωρεύσει αμύθητα πλούτη, κατάντησε σκέτο κουφάρι!

Μεθυσμένοι από τη νίκη τους οι Φραγκοδυτικοί περιγελούσαν τους νικημένους, φορούσαν με γελοίο τρόπο τα ρούχα που τούς είχαν αρπάξει, τοποθετούσαν στα κεφάλια των αλόγων τους τις καλύπτρες και τα κοσμήματα των Ρωμηών. Άλλοι κρατούσαν αντί για σπαθί χαρτιά, μελανοδοχεία, και βιβλία, και περιφέρονταν στους δρόμους της Πόλης, παριστάνοντας τους λογίους. Το πιο τραγικό από όλα ήταν όμως ότι ολόκληρος ο γυναικείος πληθυσμός της Κωνσταντινουπόλεως, αδιακρίτως ηλικίας ή ιδιότητας (μοναχές) υποβλήθηκε στην τρομερή διαδικασία του βιασμού. Τότε ακριβώς εσφάγησαν οι περισσότεροι από τους άρρενες κατοίκους: διότι στην προσπάθειά τους οι πατεράδες και οι σύζυγοι να διαφυλάξουν την τιμή των θυγατέρων και των συζύγων έπεσαν θύματα των αποχαλινωμένων Δυτικών. Βόγκηξε η Κωνσταντινούπολη από τον ατελείωτο βιασμό. Δεν περιγράφονται τα μαρτύρια που υπέστησαν οι κάτοικοι επί τρεις συνεχείς ημέρες, διότι τους βασάνιζαν απάνθρωπα για να τους αποκαλύψουν τα μέρη όπου είχαν κρύψει χρυσά και αργυρά νομίσματα και κυρίως τιμαλφή. Μόνο όταν κορέστηκε η δίψα τους για αρπαγή, αίμα και γενετήσιες απολαύσεις, ησύχασαν, αφού πρώτα τους τρόμαξε μια έκλειψη σελήνης. Κατόπιν συγκέντρωσαν όλη τη λεία και την έθεσαν υπό την φύλαξη των ευγενών.

Γράφει κι ο Νικήτας Χωνιάτης για την Άλωση της Πόλης:

«Κι έτσι, καθένας είχε πόνο, στα στενά θρήνος και κλάματα, στα τρίστρατα οδυρμοί, στους ναούς ολοφυρμοί, φωνές των ανδρών, κραυγές των γυναικών, απαγωγές, υποδουλώσεις, τραυματισμοί και βιασμοί σωμάτων. (..)Το ίδιο και στις πλατείες, και δεν υπήρχε μέρος ανεξερεύνητο που να δώσει άσυλο σε αυτούς. Χριστέ μου, τι θλίψη και φόβος υπήρχαν τότε στους ανθρώπους (…) Τέτοιες παρανομίες έκαναν οι στρατοί από τη Δύση εναντίον της κληρονομιάς του Χριστού, χωρίς να δείξουν σε κανένα φιλανθρωπία, αλλά γυμνώνοντάς τους όλους από χρήματα και κτήματα, από σπίτια και ρούχα. (…) και το πιο σημαντικό, αυτοί που πήραν το σταυρό στους ώμους και πολλές φορές ορκίστηκαν σε αυτόν και στα θεία λόγια ότι θα περάσουν δίχως να πειράξουν τις χώρες των Χριστιανών, χωρίς να κοιτάξουν αριστερά ή να εκκλίνουν προς τα δεξιά, αλλά θα οπλιστούν κατά των Σαρακηνών και να βάψουν τα ξίφη τους με το αίμα τους.(…) Οι δε Σαρακηνοί δεν έκαναν έτσι, και φέρθηκαν πολύ φιλάνθρωπα και ευγενικά όταν κυρίευσαν την Ιερουσαλήμ. Γιατί ούτε πείραξαν τις γυναίκες των Λατίνων, ούτε τον κενό τάφο του Χριστού έκαναν ομαδικό τάφο,(…) και αφήνοντας όλους να φύγουν με ένα ορισμένο αριθμό χρυσών νομισμάτων και από τον καθένα έπαιρναν μερικά πράγματα αφήνοντας τα υπόλοιπα στους κατόχους τους, ακόμα κι αν αυτά ήταν σαν την άμμο. Κι έτσι φέρθηκε το γένος που μάχονταν το Χριστό [σ.σ: οι Άραβες] προς τους αλλόπιστους Λατίνους, ούτε με ξίφος ούτε με φωτιά ούτε με λιμό ούτε με διωγμούς ούτε με άλλα δεινά. Σε εμάς όμως τα προκάλεσαν αυτά τα παραπάνω οι φιλόχριστοι και ομόδοξοι [σ.σ: οι Δυτικοί της Δ΄ Σταυροφορίας], όπως είπαμε με συντομία, αν και δεν είχαμε κάνει κάποιο αδίκημα»

Και βεβαίως , είναι φυσικό που οι Ρωμηοί ένοιωθαν απορία με το μέγεθος της καταστροφής, αφού, με τον πόλεμο με τους άραβες , ουδέποτε είχαν γνωρίσει τέτοια κτηνωδία, τους φαινόταν ΑΔΙΑΝΟΗΤΟ πως άνθρωποι με πίστη στον Χριστό, ήταν δυνατόν να φέρονται έτσι. Σε αντίθεση με την γενικότερη έλλειψη ανεκτικότητας της Δύσης, στη Ρωμανία οι «μισαλλόδοξοι Ρωμηοί» (όπως αρέσκονται κάποιοι να αποκαλούν) είχαν κτίσει ήδη από τις αρχές του 8ου αιώνα στην Κωνσταντινούπολη τζαμί, για να προσεύχονται οι μουσουλμάνοι που περνούσαν από εκεί (π.χ. εμποροι), κι αργότερα έχτισαν και άλλα δύο. Ας μάς πει κανείς, πότε πρωτοχτίστηκε ισλαμικό τέμενος σε κράτος της Δυτικής Ευρώπης; Από τον 8ο αιώνα, οι Ρωμηοί δεν είχαν πρόβλημα να υπάρχει τζαμί στην πρωτεύουσα ενός χριστιανικού κράτους, το οποίο αντιμαχόταν τους Μουσουλμάνους και ήταν σε πόλεμο με αυτούς. Αν αυτό δε σημαίνει ανεκτικότητα, τότε τι σημαίνει, σε μια εποχή όπου οι Δυτικοί έκαναν Σταυροφορίες;

Όμως η λεηλασία και η άλωση, δεν σταμάτησε στο «1204». Η Φραγκικη αγνωμοσύνη και τάση προς την καταστροφή, συνεχίστηκαν και στους επόμενους αιώνες. Χαρακτηριστικό , είναι το εξής: Το 450 μ.Χ. ο Παρθενώνας μετατράπηκε σε χριστιανική εκκλησία αφιερωμένη στην Παναγία. Κατόπιν, το 1453, κάτω από την κυριαρχία των Τούρκων πλέον, εξελίχθηκε σε τζαμί. Το 1674, ο Γάλλος πρεσβευτής Μαρκήσιος του Nointel επισκεύτηκε την Αθήνα συνοδευόμενος από τον Jacques Carrey, ο οποίος έκανε κάποια σχέδια του Παρθενώνα. Στα σχέδια του Carrey φαίνεται ότι εκείνη την εποχή ο Παρθενώνας παρέμενε ακόμα άθικτος. Δεκατρία χρόνια αργότερα, το 1687, ο Βενετός στρατηγός Francesco Morosini πολιόρκησε την Ακρόπολη. Τη βομβάρδισε παρά το γεγονός ότι γνώριζε πως οι Τούρκοι τη χρησιμοποιούσαν ως πυριτιδαποθήκη. Από την έκρηξη που δημιουργήθηκε καταστράφηκε μεγάλο μέρος του Παρθενώνα.




Λεηλατώντας τη Βασιλεύουσα

Η καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας κυρία Αθηνά Κόλια-Δερμιτζάκη παρουσιάζει τον απολογισμό της δραματικής απογύμνωσης της Κωνσταντινούπολης από τους θησαυρούς της, με αφορμή τη συμπλήρωση 800 χρόνων από την καταστροφή της Πόλης από τους Σταυροφόρους το 1204.
MAPIA ΘΕΡΜΟΥ
Το άλλο Βήμα, ΤΟ ΒΗΜΑ, Κυριακή 18-04-2004, Κωδικός άρθρου: B14142C081

Τα τέσσερα επιχρυσωμένα άλογα του Ιπποδρόμου της Κωνσταντινούπολης κοσμούν σήμερα την εκκλησία του Αγίου Μάρκου στη Βενετία
«...Eβλεπε κανείς όχι μόνον τις ιερές εικόνες του Χριστού να θραύονται με αξίνες και να ρίπτονται στο χώμα και τα στολίδια τους να αποσπώνται χωρίς φειδώ και προσοχή και να ρίχνονται στη φωτιά, αλλά και τα σεπτά και πανάγια σκεύη να αρπάζονται με θράσος από τους ναούς, να ρίχνονται στη φωτιά και να παρέχονται στα εχθρικά στρατεύματα ως απλός άργυρος και χρυσός».
Αυτόπτης μάρτυρας των γεγονότων της λεηλασίας της Κωνσταντινούπολης από τους Σταυροφόρους το 1204, ο Νικήτας Χωνιάτης, ιστορικός της αλώσεως της πόλης, περιγράφει με λεπτομέρεια τις δραματικές σκηνές της απογύμνωσης της Βασιλεύουσας από τους θησαυρούς της. Μιλάει για όσα χάθηκαν διά παντός αλλά και για εκείνα που όδευσαν προς τη Δύση. Για τα χρυσά «βαρυτάλαντα» έπιπλα και τις αργυρές λυχνίες της Αγίας Σοφίας που μετατράπηκαν σε άμορφη μάζα από τη φωτιά μαζί με την ολόχρυση και στολισμένη με πολύτιμες πέτρες Αγία Τράπεζα που τεμαχίστηκε και διανεμήθηκε στους λαφυραγωγούς. Αλλά και για εκείνα - ιερά λείψανα και θρησκευτικοί θησαυροί, καθώς και έργα τέχνης - τα οποία μετά τη διανομή της λείας έφθασαν στη Βενετία, στη Γαλλία, στη Γερμανία.

Στο όνομα του Πάπα

Οκτακόσια χρόνια ακριβώς εφέτος από εκείνη τη 13η Απριλίου του 1204, όταν οι Φράγκοι και Φλαμανδοί στην πλειονότητά τους, αλλά και Γερμανοί, Λομβαρδοί, Tοσκάνoι και φυσικά Βενετοί που αποτελούσαν το σώμα της Δ΄ Σταυροφορίας κατελάμβαναν και λεηλατούσαν την Κωνσταντινούπολη, στο όνομα του Πάπα Ιννοκέντιου Γ΄ και σε παρέκκλιση της πορείας τους προς τους Αγίους Τόπους, επωφελούμενοι από τις εσωτερικές διαμάχες και τις δυναστικές έριδες στη Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Η Δ΄ Σταυροφορία υπήρξε καταλυτική για τη μετέπειτα εξέλιξη της ιστορίας αλλά πέρα από τις πολιτικές συνέπειές της, που θα μετρούνταν για αιώνες, οι πολιτιστικές εξακολουθούν να υφίστανται και σήμερα, εδραιωμένες προ πολλού από το δίκαιο του κατακτητή. «Η Κωνσταντινούπολη άδειασε από κάθε πλούτο δημόσιο, ιδιωτικό και εκκλησιαστικό» λέει η επίκουρη καθηγήτρια Βυζαντινής Ιστορίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών, κυρία Αθηνά Κόλια-Δερμιτζάκη, η οποία συμμετείχε στο πρόγραμμα ομιλιών του Εθνικού Ιδρύματος Ερευνών με θέμα «Τέταρτη Σταυροφορία και Βυζαντινός Κόσμος». Η δική της επιστημονική αναφορά στη «Λεηλασία και μεταφορά κινητών και πολιτισμικών αγαθών στη Δύση», προϊόν έρευνας στο θέμα, αποτελεί μια συνοπτική πλην πλήρη καταγραφή όχι μόνο των σπουδαιότερων έργων τέχνης και κειμηλίων, που άλλα καταστράφηκαν και τα περισσότερα έγιναν λεία των Σταυροφόρων-κατακτητών, αλλά κυρίως των συνθηκών κάτω από τις οποίες έγινε η διαρπαγή τους, με τις μαρτυρίες των ιστορικών της εποχής και των πρωταγωνιστών των γεγονότων.

Έργα τέχνης στην πυρά

Τα τέσσερα επιχρυσωμένα άλογα του Ιπποδρόμου της Κωνσταντινούπολης, τμήμα του μεριδίου από τα λάφυρα που έλαβαν οι Βενετοί και κοσμούν σήμερα την εκκλησία του Αγίου Μάρκου, είναι τα μόνα που διασώθηκαν από τη φωτιά όπου είχαν παραδοθεί για λιώσιμο τα περίφημα γλυπτά συμπλέγματα του Ιπποδρόμου. (Τα άλογα, τα οποία έσερναν ένα τέθριππο άρμα, έχουν ταυτιστεί με το τέθριππο του Ηλίου του Λυσίππου, το οποίο οι Ρόδιοι είχαν αναθέσει στους Δελφούς για τη νίκη τους επί του Δημητρίου Πολιορκητού το 305 π.X.) Ένα ρουμπίνι που «μπορούσε να φωτίσει ολόκληρο το παλάτι με την κοκκινωπή λάμψη του», όπως περιγράφεται, πολύτιμο πετράδι, το οποίο ταυτίζεται πιθανότατα με αυτό που κατά τη μαρτυρία του Ιωάννη Κίνναμου φορούσε ο Μανουήλ Κομνηνός όταν το 1159 υποδεχόταν στην Κωνσταντινούπολη τον τούρκο σουλτάνο Κιλίτζ Αρσλάν, έφθασε ως δώρο στον Φίλιππο-Αύγουστο της Γαλλίας (μαζί με λείψανα του Αγίου Φιλίππου, έναν σταυρό εξαιρετικής τέχνης και δύο αυτοκρατορικά ενδύματα) από τον Βαλδουίνο B΄ της Φλάνδρας.
Ακόμη, «Τα πολυτιμότερα κειμήλια του θρόνου, μεταξύ των οποίων τον Ακάνθινο Στέφανο, τον Τίμιο Σταυρό, τη Λόγχη και το Σπόγγο, τα εξαγόρασε ο Λουδοβίκος ο Ευσεβής από τους Βενετούς στους οποίους τα είχε παραχωρήσει ο Βαλδουίνος B΄ ως ενέχυρο» αναφέρει η κυρία Αθηνά Κόλια-Δερμιτζάκη.

Η αρπαγή συνεχίζεται

«Από τότε που χτίσθηκε ο κόσμος δεν πάρθηκαν τόσα λάφυρα από μία και μόνο πόλη» κατέλιπε ο Γοδεφρείδος ο μαρεσάλης της Καμπανίας. Αν και η μετακίνηση έργων τέχνης και γενικότερα πολιτιστικών αγαθών της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας εξακολούθησε καθ' όλη τη διάρκεια της Λατινικής Αυτοκρατορίας στην Κωνσταντινούπολη, ως το 1261 δηλαδή, όπως επισημαίνει η ερευνήτρια. Για να προσθέσει επίσης μία ακόμη παρατήρηση σχετικά με τα κριτήρια που οδήγησαν ειδικά τους Βενετούς στην επιλογή συγκεκριμένων λαφύρων: «Οι Βενετοί επεδίωξαν να κάνουν μια προπαγανδιστική χρήση των λαφύρων» λέει. «Περνώντας στα δικά τους χέρια τα θρησκευτικά κειμήλια, τα οποία εξέφραζαν την απορρέουσα από τη θεία πρόνοια ισχύ των βασιλέων της Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας και την ιδιότητά τους ως επικεφαλής του χριστιανικού κόσμου, ήταν σαν να ήθελαν να εμφανιστούν ως διάδοχοί της, καλλιεργώντας την ιδέα της μεταφοράς της δικαιοδοσίας και του μεγαλείου της στη Βενετική Δημοκρατία, και δικαιολογώντας όμως την κατοχή των εδαφών του Βυζαντίου ως αποτέλεσμα της θείας βούλησης» συμπληρώνει.
Παρόμοια τάση, αν και σε μικρότερο βαθμό, επέδειξαν και οι φράγκοι ηγεμόνες, με τον Λουδοβίκο τον Ευσεβή να συγκεντρώνει τα 22 ιερότερα λείψανα της χριστιανοσύνης, τα οποία ως την άλωση ανήκαν στον βυζαντινό αυτοκράτορα και φυλάσσονταν στους χώρους του ιερού παλατίου.

Τεράστια απώλεια για την τέχνη

Η διανομή των γαιών και των λαφύρων, η partitio Romaniae, είχε αποφασιστεί από τους ηγέτες των Σταυροφόρων και των Βενετών πριν από την τελική επίθεση, τον Μάρτιο του 1204. Και άλλωστε η λεηλασία του πλούτου της Κωνσταντινούπολης είχε αρχίσει πολύ πριν από τις 13 Απριλίου ενώ διήρκεσε και μήνες αργότερα. Στην καταστροφή της πόλης συνέβαλαν πολύ και οι τρεις μεγάλες πυρκαϊές που οφείλονταν σε εμπρησμό, ενώ τεράστια απώλεια για την τέχνη ήταν η καταστροφή σημαντικού αριθμού χάλκινων αγαλμάτων και συμπλεγμάτων, τα οποία οι νέοι κύριοι της Αυτοκρατορίας τεμάχισαν και έλιωσαν για να τα μετατρέψουν σε νομίσματα. Χάρη στον Νικήτα Χωνιάτη και πάλι, γίνονται γνωστά 18 τέτοια έργα της κλασικής αρχαιότητας τα οποία είχαν μεταφερθεί στην Κωνσταντινούπολη για να την κοσμήσουν αλλά χάθηκαν για πάντα. Ανάμεσά τους η πολύχαλκος Ήρα (για τη μεταφορά της κεφαλής της και μόνο στο χυτήριο απαιτήθηκε άμαξα με τέσσερα βόδια), ο Πάρις που παρέδιδε το μήλο στην Αφροδίτη, ένας ανεμοδείκτης - το «Ανεμοδούλιον» - με γυναικεία μορφή στην κορυφή του και βάση στην οποία απεικονίζονταν γυμνοί Έρωτες και παραστάσεις από τη φύση, ο Ηρακλής, έργο που αποδίδεται στον Λύσιππο και βρισκόταν στον Ιππόδρομο, ο όνος με τον οδηγό του που είχε στήσει ο Ιούλιος Καίσαρ στο Άκτιο, αλλά και η ωραία Ελένη. Η αναφορά σε αυτά είναι άλλωστε ενδεικτική και μόνο. Σύμφωνα με ομολογία του Βιλλαρδουίνου, «τα λάφυρα ήταν τόσο πολλά που κανείς δεν ήξερε να πει πόσα, χρυσάφι και ασήμι και σκεύη και πολύτιμα πετράδια και μετάξια και γούνινα φορέματα από γκρίζο σκίουρο και από ερμίνα και όλα τα ακριβά πράγματα που βρέθηκαν ποτέ στη γη».
Τη νύχτα της 12ης προς τη 13η, όταν γίνεται η τελική επίθεση των Σταυροφόρων, ο διαμελισμός της Αυτοκρατορίας θα είναι γεγονός. Και οι κατακτητές θα λάβουν ως δικαιούχοι τον αναλογούντα κλήρο, γράφοντας την αρχή του τέλους για τον Βυζαντινό κόσμο.



********************************************************




29 ΜΑΪΟΥ, 557 ΧΡΟΝΙΑ ΜΕΤΑ ΤΗΝ ΠΤΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ

«Κερκόπορτα; Αστεία πράγματα»

Η Ελένη Αρβελέρ διαλύει τους μύθους για την Αλωση
Το Φετιγιέ Τζαμί, πρώην ναός της Παναγίας της Παμμακάριστου

Η Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ θυμάται παλαιότερα τους- ξένους φοιτητές της στη Σορβόννη να της στέλνουν... συλλυπητήριο τηλεγράφημα κάθε 29η Μαΐου, την ίδια ώρα που τα περισσότερα Ελληνόπουλα αν τα ρωτούσες τι έγινε τη μέρα εκείνη δεν ήξεραν ακριβώς. Τα τελευταία χρόνια η κατάσταση αντιστράφηκε. Στην Ελλάδα έγινε, λίγο έως πολύ, μόδα να θυμόμαστε κάθε χρόνο τέτοια μέρα την Αλωση της Πόλης- μερικοί από κεκτημένη ταχύτητα ή άγνοια μιλούν για «εορτασμό», αντί για επέτειο, και να μην αρκούμαστε στον εορτασμό της έναρξης της Επανάστασης, κάθε 25 του Μαρτίου. Μεγάλη η σημασία της Πόλης, θα πει κανείς, για τους Ελληνες. Σωστό. Οπότε και η συμβολική σημασία της Αλωσης είναι εξίσου μεγάλη. Εστω και αν η πολιορκία της από τους Οθωμανούς ήταν απλώς μία από τις πολλές, έστω και αν το κλίμα της εποχής ήταν τέτοιο, η κατάσταση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας ήταν τέτοια, που έκπληξη θα ήταν το να μην αλωθεί η Πόλη.

«Βρισκόμαστε στα μέσα του 15ου αιώνα, γύρω στο 1450. Η Πόλη είναι μια μικρή πόλη πια- έχει δεν έχει 70.000 κατοίκους, όταν άλλοτε είχε περάσει το μισό εκατομμύριο» αφηγείται στα «ΝΕΑ» η Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ, επιχειρώντας να βάλει για λογαριασμό μας τα πράγματα στη θέση τους, να καταγράψει αλήθειες και μύθους της Αλωσης έτσι όπως μόνο μία βυζαντινολόγος με τη δική της διαδρομή μπορεί να κάνει. «Η Πόλη έχει αποδεκατιστεί από την πανώλη και τις αλλεπάλληλες πολιορκίες των Τούρκων. Αλλά και από τις διαμάχες των Δυτικών, αφού οι προστριβές Γενοβέζων και Βενετσιάνων γίνονταν στο λιμάνι της μέσα. Υπήρχε και μια τάση ανεξαρτητοποίησης των λίγων χωρών που παρέμεναν ελεύθερες- όχι μόνο του Μυστρά που παρεμπιπτόντως έπεσε το 1460, επίσης στις 29 Μαΐου! Η κατάσταση ήταν μιας ανασφάλειας γενικής».

Ο διχασμός. Και σαν να μην έφθαναν αυτά, «υπήρχε μια μεγάλη ενωτική και ανθενωτική διαμάχη, υπέρ και εναντίον της Ενωσης των Εκκλησιών. Οι αντίθετοι στην Ενωση συμμαχούσαν και με τους Τούρκουςήταν οι λεγόμενες παρά φύσιν συμμαχίες. Οι υπέρμαχοι της Ενωσης διακήρυσσαν: “Οταν οι δύο Ρώμες ήταν ενωμένες διαφεντεύαμε τον κόσμο. Οταν διχάστηκαν, χάσαμε τα πρωτεία”. Με αυτή την έννοια η πραγματική πτώση της Πόλης χρονολογείται από το 1204 και μετά. Η ανθενωτική διαμάχη πήρε μάλιστα τεράστιες διαστάσεις μετά το 1438 και τη Σύνοδο της Φερράρας. Εκεί ο Αυτοκράτορας Ιωάννης Η΄ ξεσήκωσε την Εκκλησία σε μια τελευταία προσπάθεια Ενωσης, αλλά ενώ η διανόηση ήθελε να είναι αναγεννησιακή, η Εκκλησία παρέμενε προσηλωμένη στα πάτρια κατά τρόπο φανατικό, αν όχι τίποτα παραπάνω», λέει χωρίς να μασάει τα λόγια της η ελληνίδα βυζαντινολόγος, η πρώτη γυναίκα πρύτανης της Σορβόννης στα 700 χρόνια ιστορίας του μεγάλου γαλλικού πανεπιστημίου.

Και συνεχίζει: «Υπήρχε όμως ακόμη ένας παράγοντας παρακμής. Ηταν η γενική δεισιδαιμονία που τρεφόταν από τις προφητείες. Ηδη από τον 6ο αιώνα υπήρχαν προφητείες, τότε ήταν όμως αισιόδοξες. Τώρα προφήτευαν το τέλος της Πόλης και μαζί το τέλος του κόσμου και της Ιστορίας. Αυτό ήταν, λοιπόν, το κλίμα στην Κωνσταντινούπολη της εποχής. Δεισιδαιμονία, διχόνοια, φτώχεια, κακομοιριά. Οι Βυζαντινοί ζούσαν σε μια πόλη ερημωμένη. Και στα ανάκτορα του Πορφυρογέννητου πολύ λίγα δωμάτια χρησιμοποιούνταν. Οπως λέει και ο Παλαμάς στον “Δωδεκάλογο του Γύφτου”: “Και ήταν οι καιροί που η Πόλη/ πόρνη σε μετάνοιες ξενυχτούσε/ και τα χέρια της δεμένα τα κρατούσε/ και καρτέραγ΄ ένα μακελάρη (...) Και καρτέραγε τον Τούρκο να την πάρει”».

Το κλίμα της εποχής ήταν: δεισιδαιμονία, διχόνοια, φτώχεια, κακομοιριά


«Η Πόλη θα μπορούσε να είχε πέσει πολύ νωρίτερα»

Η Πόλη θα μπορούσε να είχε πέσει στα χέρια των Τούρκων πολύ νωρίτερα. «Ο λόγος που δεν έγινε αυτό και ανάσανε για πενήντα χρόνια ήταν ότι ο Βαγιαζίτ έπεσε στα χέρια των Μογγόλων» λέει η Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ. «Η Βυζαντινή Αυτοκρατορία δεν μπορούσε να σταθεί μόνη της όρθια. Ο Μανουήλ έτρεχε να δει τους Καρόλους, ο Ιωάννης πήγε στη Φερράρα. Είναι η εποχή των επαιτών αυτοκρατόρων. Πήγαιναν επαίτες στη Δύση, έστω και αν τους δέχονταν εκεί με τιμές και δόξες. Κάτι που συνήθως οι Ελληνες δεν δέχονται είναι ότι ο Πάπας προσπάθησε να βοηθήσει. Διέθεσε τις ιντουλγκέντσιες- τα επί πληρωμή συγχωροχάρτια- του 1450, που ως ιντουλγκέντσιες Ιωβηλαίου ήταν πιο προσοδοφόρες, στον πόλεμο κατά των Τούρκων. Αλλο αν αυτό δεν ήταν αποτελεσματικό, αφού έδωσε τα χρήματα στους Αραγωνέζους που τα χρησιμοποίησαν για δικούς τους σκοπούς.

Πολλοί λένε ότι η Δύση δεν βοήθησε. Οταν όμως μιλάμε για Δύση τι εννοούμε; Οι Βυζαντινοί ήταν όλη η Ανατολή. Η Δύση ήταν πολυδιασπασμένη και ο Πάπας είχε ένα σχίσμα στην πλάτη του και την Ανατολική Εκκλησία εναντίον του. Είναι χαρακτηριστικό ότι όταν ο Παλαιολόγος πολεμάει τους Τούρκους μαζί με τον απεσταλμένο του Πάπα, Ισίδωρο του Κιέβου, και τους Γενοβέζους, ο Γεννάδιος- ο Γεώργιος Σχολάριος, πρώτος Πατριάρχης μετά την Αλωσητοιχοκολλούσε ανάθεμα εναντίον του Παλαιολόγου. Και επίσης: μετά την πτώση της Πόλης, οι Δυτικοί έτρεμαν. Οταν ανέλαβε Πάπας ο Ενιο Σίβλιο Πικολομίνι, δηλαδή ο Πίος Β΄, έγραψε μια πραγματεία για την Αλωση στην οποία μιλούσε για καταστροφή της Χριστιανοσύνης. Αντίθετα οι Ρώσοι, που είναι μάλιστα φανατικοί ανθενωτικοί, δεν γράφουν σχεδόν τίποτα για την πτώση της Πόλης. Πέρασαν χρόνια για να αρχίσουν οι σλαβικοί θρήνοι. Εκείνοι που θρήνησαν από την αρχή για την Πόλη είναι στην Τραπεζούντα. “Πάρθεν η Πόλη, πάρθεν η Ρωμανία”, έλεγαν».

Κάτι που συνήθως οι Ελληνες δεν δέχονται είναι ότι ο Πάπας προσπάθησε να βοηθήσει


Η συμφωνία του σουλτάνου με τον Πατριάρχη

Το Ρούμελι Χισάρ, το κάστρο που έχτισε ο Μωάμεθ το 1452 για να ελέγχει το πέρασμα ανάμεσα στη Μαύρη Θάλασσα και τη Θάλασσα του Μαρμαρά, διαδραμάτισε σημαντικό ρόλο στην έκβαση της πολιορκίας, λέει η Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ. «Διούλκησε και τον στόλο περνώντας τα πλοία του στον Κεράτιο. Από την άλλη πλευρά, μόνο 3-4 πλοία γενοβέζικα πέρασαν και αυτά για να φέρουν τροφή στους πολιορκημένους». Βέβαια, δεν ήταν μόνο αυτή η αιτία της ήττας των Βυζαντινών. «Ο Μωάμεθ είχε μαζέψει Σέρβους, Αλβανούς, Τούρκους. Απέναντι στους τουλάχιστον 100.000 άντρες του- μερικοί μιλούν για 120.000, άλλοι τους ανεβάζουν σε 200.000- αντιπαρατάσσονταν περίπου 4.500 άνθρωποι το πολύ, μαζί με τους ξένους. Και πολλοί ήταν παιδιά και γυναίκες που πολεμούσαν με αγκωνάρια. Μεγάλη ήταν η βοήθεια των Γενοβέζων, αλλά όταν σκοτώθηκε ο Τζουστινιάνι έχασαν το ηθικό τους και υποχώρησαν. Οσοι πολέμησαν, πάντως, πολέμησαν ηρωικά. Οταν ο Μωάμεθ έστειλε αποκρισάριο στον Παλαιολόγο ζητώντας του να παραδώσει την Πόλη, πήρε την απάντηση ότι η Πόλη δεν είναι δικό του πράγμα και πως “με τη δική μας θέληση αποφασίσαμε να πεθάνουμε”. Ακόμη και ο περίφημος Νοταράς που είχε τρεις υπηκοότητες και όλη του την περιουσία στο εξωτερικό, και που είπε ότι είναι καλύτερο το τουρκικό καφτάνι από τη λατινική τιάρα, πολέμησε και εν τέλει εκτελέστηκε από τους Τούρκους. Χαρακτηριστικό του ηρωισμού είναι ότι όταν στην Πύλη του Ρωμανού οι Τούρκοι άρχισαν να ανεβαίνουν πάνω και πέρασαν μέσα, έψαχναν τους αντίπαλους πολεμιστές και δεν πίστευαν ότι ήταν τόσοι λίγοι. Και πρέπει να πούμε και για τον Μωάμεθ, που συνηθίζουμε να τον ταυτίζουμε με τη βαρβαρότητα, ότι δεν ήταν βάρβαρος ή δεν ήταν μόνο βάρβαρος. Ηταν από τους μεγαλύτερους μεταρρυθμιστές της Τουρκίας. Ηξερε τι ήθελε και πώς να το κάνει». Οσο για την Κερκόπορτα... «Ανοιγμένη ή ξεχασμένη. Αστεία πράγματα. Ηταν χιλιάδες έξω, τα καράβια τους στον Κεράτιο, οι Γενοβέζοι έφευγαν. Τι να πεις για την Κερκόπορτα; Σε συμβολικό επίπεδο μόνο μπορείς κάτι να πεις. Αλλά είναι σαν να λέμε ότι αντί να σκοτώνονταν τρεις Τούρκοι κατά την είσοδό τους στην Πόλη, θα σκοτώνονταν δέκα αν η πόρτα ήταν κλειστή. Και λοιπόν; Αφού είχαν ανεβάσει σκάλες και έμπαιναν από όπου ήθελαν».

«Ο Μωάμεθ έδωσε το πατριαρχικό αξίωμα στον Γεννάδιο Σχολάριο, ορίζοντάς τον αμέσως αρχηγό του Μιλιέτ, δηλαδή όλων των ορθοδόξων. Κάπως έτσι ξέρουμε γιατί η Εκκλησία κράτησε όλα τα κτήματά της και η αυτοκρατορία τα έχασε», λέει δηκτικά η Ελένη Γλύκατζη- Αρβελέρ. «Κάπως έτσι φτάσαμε και στα σημερινά βατοπεδινά βακούφια. Και δεν πρέπει να ξεχνάμε, σε αντίθεση με άλλες συμπεριφορές της πολιτείας, ότι όταν ο Μανουήλ Παλαιολόγος είναι στη Θεσσαλονίκη και υπάρχει κίνδυνος καταστροφής, δημεύει όλα τα κτήματα του Αθω. Και ότι ο Κομνηνός δημεύει όλη την εκκλησιαστική περιουσία για να αντιμετωπίσει τους Σελτζούκους». Την εποχή της Αλωσης, εξάλλου, υπήρχε έξαρση του μοναχισμού. «Σε όλη τη διαμάχη των ανθενωτικών οι καλόγεροι στα μοναστήρια της Πόλης και του Αθω ήταν πρώτοι. Είναι πολλοί και δεν πολεμούν. Αντίθετα με τους δυτικούς μοναχούς που μπορούν να φέρουν όπλα, οι ορθόδοξοι δεν μπορούν», σημειώνει η ελληνίδα βυζαντινολόγος.

********************************************************

Τα αίτια της πτώσης της Κωνσταντινούπολης την 29η Μαίου 1453 

κατά τον π. Γεώργιο Μεταλληνό


(Σημείωση Φιλίστωρος: Πάντοτε πίστευα ότι η πτώση της Πόλης εξεταζόμενη χωριστά ως μεμονωμένοτραγικό στρατιωτικό και κυρίως πολιτικό γεγονός, συσκοτίζει τις πραγματικές διαστάσεις της αποσύνθεσης του Βυζαντίου. Το δράμα της Άλωσης ήταν η κορύφωση της κοινωνικής οικονομικής και πολιτικής παρακμής που επί δύο αιώνες ταλάνιζε την πάλαι ποτέ κραταιά Αυτοκρατορία. Κατά την γνώμη μου, σε αυτήν την διαδικασία παρακμής οφείλουμε να εστιάσουμε. Σε παλαιότερο άρθρο μου πέρυσι, είχα αναφερθεί εκτενώς στα αίτια που οδήγησαν στην πτώση και στην παρακμή την Αυτοκρατορία. Εδώ παραθέτω άλλο ένα κείμενο του πατρός Γεωργίου Μεταλληνού που θέτει το γεγονός της Άλωσης στις σωστές του διαστάσεις)

Τα αίτια της πτώσης της Κωνσταντινούπολης


Η
 πτώση τῆς Πόλης τὸ 1453 δὲν ἔγινε ἀπροσδόκητα, οὔτε μὲ αὐτὴν ἄρχισε ἡ τουρκοκρατία. Στὶς 29 Μαΐου 1453, ὅπως εἴδαμεἕνα μεγάλο μέρος τῆς Ρωμανίας ἦταν ἤδη κάτω ἀπὸ τοὺς Ὀθωμανούς, τοὺς Ἄραβες καὶ τοὺς Βενετούς.Ἀπὸ τὸ 1204 ἡ Πόλη δὲν μπόρεσε νὰ ἀναλάβει τὴν πρώτη της δύναμη καὶ ὅλαἔδειχναν πὼς βαδίζει στὴν τελικὴ πτώση. Τὸφραγκικὸ πλῆγμα ἐναντίον της ἦταν τόσο δυνατό, ποὺ ἀπὸ τὸ 13ο αἰ. ἡ Κωνσταντινούπολη ἦταν «μιὰ πόλη καταδικασμένη νὰ χαθεῖ». Ἡ ἅλωση ἦτανἐξάλλου ἡ κατάληξη μιᾶς μακροχρόνιας ἀποσύνθεσης τῆς πολιτικῆς καὶ οἰκονομικῆςὑπόστασης τοῦ Γένους. Ἀπὸ τὸ 13ο αἰ. ὁἙλληνισμὸς εἶχε διασπαστεῖ καὶ διαμοιραστεῖ, στὸ μεγαλύτερο μέρος του, σὲ ξένους δυνάστες. Οἱ διεισδύσεις, ἔπειτα, μισθοφόρων στὸ στρατὸ καὶ ἀλλοφύλων στὸ διοικητικὸμηχανισμό του εἶχαν προκαλέσει τὴν ἐθνολογική του ἀλλοίωση.



Οἱ ἐμφύλιοι πόλεμοι (1321-1328, 1341-1355), καὶ ἡ ἐσωτερικὴ ἀναρχία εἶχαν ἐπιφέρει τὴ δημογραφική του συρρίκνωση. Σοβαρὰ λάθη στὴν οἰκονομικὴ πολιτικὴ τῶναὐτοκρατόρωνὅπως ἡ συνεχὴς αὔξηση τῆς μεγάλης ἰδιοκτησίας σὲ βάρος τῶν μικρῶν, ποὺ πιέζονταν ἀπὸ τὴ δυσβάστακτη φορολογία, ἡ καταχρηστικὴ ἐπέκταση τοῦ θεσμοῦτῶν «προνοιαρίων» καὶ ἡ ὑπερβολική, πολλὲςφορές, αὔξηση τῶν μοναστηριακῶν κτημάτων δημιούργησαν μιάν οἰκονομικὴ ὀλιγαρχία σὲ βάρος τῶν μικροκαλλιεργητῶν τῆς γῆς, μὲ ἀπόληξη τὴνοἰκονομικὴ κρίση.

Τὸ ἐμπόριο εἶχε περιέλθει στὰ χέρια τῶν δυτικῶν καὶ οἱ δυνατότητες γιὰ οἰκονομικὴ ἀνάκαμψη περιορίστηκαν σημαντικά. Ὑπῆρχαν ὅμως καὶ πνευματικὰ αἴτια τῆς πτώσης. Οἱ θρησκευτικές, κοινωνικὲς καὶ ἰδεολογικὲςἀντιθέσεις προκάλεσαν βαθειὰ σύγχυση, ποὺ λειτούργησεδιαλυτικὰ στὸ σῶμα τῆς αὐτοκρατορίας. Ἰδιαίτερα οἱδυτικὲς ἐπιρροὲς καὶ οἱ συνεχεῖς ὑποχωρήσεις τῶνπολιτικῶν στὶς δυτικὲς (παπικὲς) ἀπαιτήσεις, γιὰ τὴν ἀναμενόμενη στρατιωτικὴ βοήθεια, ὁδήγησαν στὴν πνευματικὴ ἀλλοίωση τοῦ Βυζαντίου, μὲ ἄμεσο κίνδυνο ἀπώλειας τῆς πνευματικῆς καὶπολιτιστικῆς ταυτότητάς του. Γιατί, ἂν τὸ Βυζάντιο ἔπαυε νὰ διατηρεῖ τὴν πνευματικὴ καὶ πολιτισμικὴἰδιαιτερότητά του, ἀκόμη καὶ ἂν δὲν ἔπεφτε στὰ χέρια τῶν Τούρκων, θὰ καταλυόταν ἐσωτερικά, μεταβαλλόμενο σὲ πνευματικὸ προτεκτοράτο τῆς Φραγκιᾶς. Ἡ πρώση - κατὰ τοὺς ἀνθενωτικοὺς -ἦλθε ὡς σωτηρία, διότι κράτησε τὴν πνευματικὴ καὶ πολιτιστικὴ καθαρότητα τοῦ Γένους, τὸ ὁποῖοστὴ δουλεία, παρὰ τὶς ταλαιπωρίες του, μπόρεσε νὰ ἀνασυνταχτεῖ καὶ νὰ ἐπιβιώσει.

Συνέπειες γιὰ τὸν Ἑλληνισμό
Τὸ γεγονὸς τῆς ἅλωσης εἶχε τεράστια σημασία πρῶτα γιὰ τὸν Ἑλληνισμὸ καὶ τὴν κατοπινή του πορεία. Γιὰ τοὺς Ἕλληνες ἡ ἅλωση ὑπῆρξε μιὰ κρισιμότατη στιγμὴ στὴν ἱστορία τους. Γιατί ἄρχισεγι᾿ αὐτοὺς μιὰ περίοδος μακρᾶς δοκιμασίας μὲ μειωμένεςοἰκονομικὰ καὶ πολιτικὰ τὶς δυνάμεις τους. Ἂν οἱ ψυχικὲς καὶπνευματικὲς δυνάμεις τους δὲν ἦσαν ἀκμαῖεςεἶναι ἀμφίβολο, ἂν θὰ μποροῦσε τὸ Γένος νὰ ξεπεράσει τὶς συνέπειες τῆς πτώσης, ὅπως συνέβη μὲ ἄλλους λαοὺς στὴν ἱστορία. Ἡἐμμονὴ ὅμως στὴν ὀρθόδοξη παράδοση, καὶ μέσω αὐτῆς καὶ στὴν ἑλληνικότητακρατοῦσε δεμένο τὸ Γένος μὲ τὶς ζωτικὲςπηγές του. Ἡ ἀπώλεια εἰδικὰ τῆς Κωνσταντινούπολης ὑπῆρξεσημαντικότατο γεγονός.

Ἡ Πόλη ἦταν ἡ συνισταμένη ὅλων τῶν ἐλπίδων τῶν Ῥωμηῶν.Ἡ διατήρηση τῆς ἐλευθερίας της, παρὰ τὴν τρομακτικὴσυρρίκνωση τῆς αὐτοκρατορίαςἔτρεφε τὴν αὐτοπεποίθησήτους καὶ συντηροῦσε τὸν ψυχισμό τους. Ὅπως ὑπογράμμιζε πρὶν ἀπὸ τὴν ἅλωση ὁ λόγιος μοναχὸς Ἰωσήφ Βρυέννιος: «Ταύτης τῆς πόλεως ἱσταμένηςσυνίσταταί πως αὐτῇ καὶ ἡ πίστις ἀκράδαντος· ἐδαφισθείσης δὲ ἢ ἁλούσηςἅπερ, Χριστέ μου, μὴ γένοιτο, ποία ἔσται ψυχὴ κατὰ πίστιν ἀκλόνητος;»

[δηλαδή: Ὅσο στέκεται ὄρθια αὐτὴ ἡ πόλη, μένει μαζί της ἀκλόνητη καὶ ἡ πίστη. Ἂν ὅμως κατεδαφιστεῖ ἢ ἁλωθεῖ, ποὺ νὰ μὴ γίνει, Χριστέ μου, ποιὰ ψυχὴ θὰ κρατήσει τὴν πίστη της ἀσάλευτη;] Μετὰ τὴν πτώση τῆς Πόλης ἡ δύναμη ἀντίστασης μειώθηκε σημαντικά, ὅπως δείχνουν οἱ ἀλλαξοπιστίες καὶ ἡ μοιρολατρικὴστάση πολλῶν ἀπὸ τὸν κλῆρο καὶ τὸ λαό. Τὸ Γένος χρειαζόταν κάποια δύναμη, ποὺ θὰ ἐμπόδιζε τὴν ἀλλοτρίωσή του καί, θὰ ἐξασφάλιζε τὴν ἐπιβίωση καὶ ἀνάκαμψή του. Αὐτὴ τὴ δυσκολότατη,ἀλλὰ καὶ ἀναγκαιότατη ἀποστολὴ θὰ ἀναλάβει ἡ Ἐκκλησία, ὡς Ἐθναρχία.

Σημασία γιὰ τοὺς Ὀθωμανούς

Ἀλλὰ καὶ γιὰ τοὺς Ὀθωμανοὺς ἡ ἅλωση εἶχε ἀνάλογη σημασία. Μὲ αὐτὴ νομιμοποιήθηκε ἡ νίκη τους πάνω στὴν Ἑλληνικὴ αὐτοκρατορία, ἡ ὁποία μὲ τὸ πάρσιμο τῆς Πόλης ἔγινε καὶ τυπικὰὈθωμανική. Ἡ κατάκτηση τῶν ὑπόλοιπων ρωμαίικων ἐδαφῶν (Τραπεζοῦντας, κυρίως Ἑλλάδας) δὲν ἦταν παρὰ ἡ ὁλοκλήρωση τῆςὑποκατάστασης τῶν Ἑλλήνων ἀπὸ τοὺςὈθωμανοὺς στὴν αὐτοκρατορία τους.

Τὸ σπουδαῖο ὅμως εἶναιὅτι τὸ ἄλλοτεβάρβαρο τουρκικὸ φύλο τῶν Ὀθωμανῶνμέσα σὲ σύντομο χρόνο μπόρεσε νὰσυγκροτηθεῖ σὲ μιὰ πανίσχυρη αὐτοκρατορίακαὶ νὰ ἐνταχθεῖ στὸ σύστημα τῶνΕὐρωπαϊκῶν κρατῶν. Μέσα στὰ ὅρια τῆςὈθωμανικῆς αὐτοκρατορίας θὰ ἀγωνιστεῖ στὸἑξῆς ὁ Ἑλληνισμός, μαζί μὲ ὅλη τὴΡωμηοσύνη, νὰ βρεῖ τὸ δρόμο του στὴ νέα γι᾿ αὐτὸν πραγματικότητα.


διαδικτυακή πηγή

http://www.istorikathemata.com/2010/05/29-1453.html

********************************************************

Γιατί πρέπει σήμερα να θυμόμαστε την Άλωση, του Κωνσταντίνου Χολέβα,

Γιατί πρέπει σήμερα να θυμόμαστε την Άλωση
Κωνσταντῖνος Χολέβας
Πολιτικός Ἐπιστήμων
Πεντακόσια πενήντα χρόνια πέρασαν ἀπό τήν ἀποφράδα ἐκείνη ἡμέρα τῆς 29ης Μαΐου 1453. Τότε πού ἀκούστηκε ἡ κραυγή "Ἑάλω ἡ Πόλις" καί ἡ Βασιλεύουσα, ἡ Πόλη τῶν Ἁγίων, τῶν Αὐτοκρατόρων καί τῶν θρύλων, πέρασε ὑπό τήν κατοχή τοῦ Ὀθωμανοῦ δυνάστη. Ἔτσι ἄρχισε ἡ Τουρκοκρατία. Τό Γένος ἐπεβίωσε, ἀλλά ἡ Κωνσταντινούπολις καί ἡ Ἁγιά Σοφιά παραμένουν σέ ξένα χέρια. Σήμερα τιμοῦμε τούς πεσόντες κατά τήν πολιορκία καί κατά τήν Ἅλωση, διαβάζουμε τούς θρήνους καί τούς θρύλους, συγκινούμεθα καί διδασκόμεθα. Διότι αὐτή εἶναι ἡ ἀξία τῆς ἱστορικῆς μνήμης. Νά ἀποτελεῖ μάθημα ἐς ἀεί γιά τίς νεώτερες καί τίς ἐπερχόμενες γενιές.
1) Πρέπει νά θυμόμαστε τήν Ἅλωση γιά νά ἀποτίουμε ἕνα διαρκῆ καί μεγάλο φόρο τιμῆς στό Βυζαντινό κράτος, τήν Ρωμανία ὅπως τήν ἀναφέρουν τά κείμενα τῆς ἐποχῆς, τό ἐκχριστιανισθέν ρωμαϊκό κράτος τοῦ Ἑλληνικοῦ Ἔθνους , ὅπως τό χαρακτηρίζει ὁ νεώτερος βυζαντινολόγος Διονύσιος Ζακυθηνός. Ἡ Βυζαντινή Αὐτοκρατορία μέ πρωτεύουσα τήν Κωνσταντινούπολη Νέα Ρώμη ἄντεξε ἐπί 11 αἰῶνες. Μετά τήν ἅλωση ἀπό τούς Σταυροφόρους τό 1204 ἡ ἐδαφική της ἔκταση καί τό σφρίγος της περιορίσθηκαν σημαντικά.Παρέμεινε ὅμως καθ' ὅλην τήν διάρκεια τοῦ βίου της τό κράτος στό ὁποῖο πραγματοποιήθηκε ἡ ἐπιτυχής καί δημιουργική συνάντηση Χριστιανισμοῦ καί Ἑλληνισμοῦ. Ἡ Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση ὑπῆρξε τό ἀποτέλεσμα αὐτῆς τῆς συναντήσεως καί τό Βυζάντιο τήν διέδωσε μέ εἰρηνικό τρόπο στούς γειτονικούς λαούς. Αὐτήν τήν ἱεραποστολική δράση τῶν Βυζαντινῶν προγόνων μας καταδεικνύουν καί μαρτυροῦν οἱ πολιτισμοί τῶν σημερινῶν λαῶν τῆς Ἀνατολικῆς Εὐρώπης. Ὁ Ρῶσος Πατριάρχης Ἀλέξιος παραδέχθηκε, ὅταν βρέθηκε τό 1992 στήν Ἀθήνα, ὅτι ἡ Ρωσία εἶναι πνευματικό τέκνο τοῦ ἑλληνοχριστιανικοῦ πολιτισμοῦ τοῦ Βυζαντίου. Ὁ Ρουμάνος ἱστορικός καί πολιτικός τοῦ 20οῦ αἰῶνος Νικολάϊ Γιόργκα χαρακτήρισε τήν Μολδοβλαχία μετά τήν Ἅλωση ὡς "τό Βυζάντιο μετά τό Βυζάντιο". Καί τό κυριλλικό ἑλληνογενές ἀλφάβητο πού χρησιμοποιοῦν πολλοί σλαβικοί λαοί ἀποτελεῖ ἔμπρακτη ἐπιβίωση τῆς ἀκτινοβολίας τοῦ Βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ. Αὐτόν, λοιπόν, τόν πολιτισμό πρέπει νά διδάσκουμε καί νά διδασκόμαστε ἐμεῖς οἱ σύγχρονοι Ἕλληνες.
2) Πρέπει νά θυμόμαστε τήν Ἅλωση, διότι μέσα ἀπό τίς διηγήσεις τῶν ἱστορικῶν τῆς ἐποχῆς ξετυλίγεται ἡ Ἑλληνική Διάρκεια, ἡ διαχρονική πορεία τῶν ἀξιῶν τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Ἡ συγκλονιστική ὁμιλία τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου στίς 28 Μαΐου πρίν ἀπό τήν τελική ἐπίθεση τῶν Ὀθωμανῶν μᾶς διδάσκει γιατί ἀγωνιζόμαστε: Γιά τήν Πίστη, γιά τήν Πατρίδα, γιά τούς συγγενεῖς μας. Προσθέτει καί τόν βασιλέα, διότι ἐκεῖνο ἦταν τό πολίτευμα τῆς ἐποχῆς. Ὅμως τό τρίπτυχο Πίστη, Πατρίδα, συγγενεῖς, πού ἀναφέρει ὁ τελευταῖος Αὐτοκράτορας, μᾶς συνδέει μέ τόν ὅρκο τῶν ἀρχαίων Ἀθηναίων Ἐφήβων καί μέ τόν παιᾶνα τῶν Σαλαμινομάχων, τό "ἴτε παῖδες Ἑλήνων" . καί φθάνει αὐτή ἡ Ἑλληνική Διάρκεια μέχρι τήν προκήρυξη τοῦ Ἀλεξάνδρου Ὑψηλάντη, πού ἔγραφε τόν Φεβρουάριο τοῦ 1821 "Μάχου ὑπέρ Πίστεως καί Πατρίδος" , καί μέχρι τά λόγια τοῦ Κολοκοτρώνη πρός τούς μαθητές τοῦ πρώτου Γυμνασίου τῆς ἐλεύθερης πλέον Ἀθήνας: "Ὅταν πιάσαμε τ' ἄρματα εἴπαμε πρῶτα ὑπέρ Πίστεως καί ὕστερα ὑπέρ Πατρίδος" . Αὐτές εἶναι οἱ διαχρονικές ἀξίες τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Αὐτός ὁ ἠθικός δεσμός ἑνώνει τόν Παλιολόγο μέ τούς Σαλαμινομάχους καί μέ τόν Κολοκοτρώνη καί μέ τό 1940. Μαχόμεθα γιά τήν Πίστη, τήν Πατρίδα, τήν Οἰκογένεια. Ὅσο κι ἄν κάποιοι μᾶς χαρακτηρίζουν ....ἀναχρονιστικούς. Τιμῶντας τήν μνήμη τῶν προδρόμων καί τῶν μαρτύρων τῆς Ἑλληνικῆς Διάρκειας ἐμεῖς γι' αὐτά θά συνεχίζουμε νά ἀγωνιζόμαστε!
3) Θυμόμαστε τά γεγονότα τῆς ἐποχῆς πρίν καί γύρω ἀπό τήν Ἅλωση, διότι μᾶς διδάσκουν τήν πολύτιμη συμβολή τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας στήν ἐπιβίωση τοῦ Γένους μας. Λίγες δεκαετίες πρό τῆς Ἁλώσεως εἴχαμε μία ἔντονη καί αὐταρχική παρέμβαση τῆς τότε Πολιτείας πρός τήν Ἐκκλησία. Ἡ αὐτοκρατορική ἐξουσία πίστεψε -φεῦ!- ὅτι ἄν ὑπογράψουμε τήν ὑποταγή τῆς Ὀρθοδοξίας στόν Πάπα, θά ἔχουμε μεγάλη βοήθεια ἀπό τήν Δύση κατά τῶν Ὀθωμανῶν. Τό 1438 -39 στήν Φερράρα καί στήν Φλωρεντία σύρθηκαν μέ πιέσεις καί ἐξευτελισμούς οἱ ἐκκλησιαστικοί ἡγέτες στήν ὑπογραφή τῆς ψευδοενώσεως τῶν Ἐκκλησιῶν. Ὁ Μάρκος ὁ Εὐγενικός, Ἐπίσκοπος Ἐφέσου, ἀρνήθηκε νά ὑπογράψει καί ἔσωσε τήν τιμή τῆς Ἐκκλησίας. Προσέξτε: Δέν ἀρνήθηκε νά συζητήσει, διότι ἡ Ὀρθοδοξία δέν ἀρνεῖται τόν διάλογο. Ἀρνεῖται τήν ὑποταγή. Καί ἀπό αὐτούς πού ὑπέγραψαν μία μεγάλη μορφή ἀπέσυρε τήν ὑπογραφή της μόλις ἐπέστεψε στήν Κωνσταντινούπολη. Πρόκειται γιά τόν Γεώργιο Σχολάριο, τόν μετέπειτα Γεννάδιο, πρῶτο Πατριάρχη μετά τήν Ἅλωση.
Ὁ λαός ἀκολούθησε τόν Μάρκο καί τόν Σχολάριο. Οἰ ἀνθενωτικοί εἶχαν δίκαιο, διότι παρά τήν ὑπογραφή τῆς ψευδοενώσεως τά καράβια τοῦ Πάπα δέν φάνηκαν ποτέ στήν μαχόμενη Βασιλεύουσα. Ὁ Βρετανός ἱστορικός Στῆβεν Ράνσιμαν στό περισπούδαστο ἔργο του "Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἐν Αἰχμαλωσίᾳ" δικαιώνει τούς ἀνθενωτικούς λέγοντας ὅτι διέσωσαν τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας καί μόνον ἔτσι ἐπεβίωσε ὁ Ἑλληνισμός. Καί στό ἄλλο σπουδαῖο ἔργο του, τήν "Ἅλωση τῆς Κωνσταντινουπόλως" διαψεύδει ὅλους τούς ἐπικριτές τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ μοναχισμοῦ τονίζοντας ὅτι στά θαλάσσια τείχη τῆς Βασιλεύουσας ἕναν ἀπό τούς πύργους τόν ὑπερήσπιζαν Ἕλληνες μοναχοί.
4) Θυμόμαστε τήν Ἅλωση, διότι ἡ Ἱστορία μᾶς διδάσκει ὅτι ὅταν οἱ λίγοι ἀποφασίσουν νά ἀντισταθοῦν κατά τῶν πολλῶν, μπορεῖ νά ἡττηθοῦν πρόσκαιρα, ἀλλά τελικά σέ βάθος χρόνου κερδίζουν. Ἡ ἀντίσταση στά τείχη τῆς Βασιλεύουσας τῶν 5000 χιλιάδων Ἑλλήνων καί τῶν 2000 ξένων συμμάχων τους ἔμεινε στίς ψυχές τῶν ὑποδούλων ὡς τίτλος τιμῆς καί δέσμευση γιά νέους ἀγῶνες. Ἡ θυσία τοῦ Κωνσταντίνου Παλιολόγου στή πύλη τοῦ Ρωμανοῦ ἔθεσε τίς βάσεις γιά τό 1821. Τά δεκάδες κινήματα τῶν ὑποδούλων ἐτράφησαν ἀπό τούς θρύλους τοπυ Μαρμαρωμένου Βασιλιᾶ καί τῆς Κόκκινης Μλιᾶς. Ἄν εἶχαν παραδοθεῖ τήν 29η Μαΐου 1453, δέν θά ὑπῆρχε ἀντίσταση καί Ἐθνεγερσία. Ἡ συνθηκολόγηση θά ἦταν ἀνεξίτηλη ντροπή.Ἐνῷ ἡ ἡρωϊκή ἄμυνα γέννησε τήν ὑπομονή, τήν ἐλπίδα, τήν προσδοκία. Αὐτή τήν ἐλπίδα ἐκφράζει καί ὁ Ποντιακός θρῆνος:
"...Ἡ Ρωμανία πέρασεν, ἡ Ρωμανία πάρθεν,
Ἡ Ρωμανία κι ἄν πέρασεν ἀνθεῖ καί φέρει κι ἄλλο..."
Ἄλλωστε καί ὁ Θ. Κολοκοτρώνης ἔλεγε πρός τούς ξένους συνομιλητές του: "Ὁ βασιλεύς μας συνθήκην δέν ἔκαμε, ἡ φρουρά του πολεμᾶ ἀκόμη καί τά φρούριά του ἀντιστέκονται". Καί ἐξηγοῦσε ὅτι ἀναφερόταν στόν Κωνσταντῖνο Παλαιολόγο, στούς κλεφταρματολούς, στό Σοῦλι καί στήν Μάνη. Οἱ πεσόντες κατά τήν Ἅλωση μᾶς δώρησαν τό δικαίωμα στήν Μεγάλη Ἰδέα. Καί χωρίς Μεγάλες Ἰδέες τά Ἔθνη δέν πᾶνε μπροστά.
5) Ἡ ἀντίσταση τῶν τελευταίων μαχητῶν τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τό "πάντες αὐτοπροαιρέτως ἀποθανοῦμεν καί οὐ φεισόμεθα τῆς ζωῆς ἡμῶν" ἐμπνέει ἔκτοτε τά ΟΧΙ τοῦ Ἑλληνισμοῦ. Τό 1940 κατά τοῦ Μουσσολίνι, τό 1941 κατά τοῦ Χίτλερ, τό 1955 στήν Κύπρο κατά τῆς ἀποικιοκρατίας καί τοῦ ἀφελληνισμοῦ. Σήμερα ὀφείλουμε νά συνεχίζουμε νά ἀντιστεκόμαστε μέ κάθε τρόπο. Οἱ σημερινές ἁλώσεις εἶναι μικρές καί καθημερινές. Ἄρα ὕπουλες καί ἐξίσου ἐπικίνδυνες. Ἡ ὑπονόμευση τῆς γλώσσας μας, ἡ ἄγνοια τῆς ἱστορίας μας, ἡ ξενομανία, οἱ συκοφαντίες κατά τῆς Ἑλληνορθοδόξου Παραδόσεώς μας, οἱ ὑποχωρήσεις ἀπέναντι σέ Τούρκους, Σκοπιανούς καί Ἀλβανούς, ὅλα αὐτά καί πολλά ἄλλα ἀποτελοῦν μικρές ἁλώσεις πού ἀπαιτοῦν γνώση, ἀντίσταση καί μαχητικότητα. Δέν ἀρνούμαστε τήν ἐπικοινωνία καί τήν συνεργασία μέ ἄλλους λαούς καί πολιτισμούς. Ὁ Ἑλληνισμός ποτέ δέν κλείστηκε στό καβοῦκι του. Θά ἀρνηθοῦμε ὅμως τήν ἀφομοίωση, τήν ἀλλοτρίωση, τίς γκρίζες ζῶνες στά ἐδάφη μας, στά πελάγη μας , στήν Ταυτότητά μας καί στίς ταυτότητές μας. Θά ἀγωνισθοῦμε μέ ὅπλα πρωτίστως πνευματικά καί ἠθικά. Καί θά διδασκόμαστε ἀπό τήν Παράδοση καί τό βίωμα τῆς Ἐκκλησίας μας. Ἡ Ἅλωση καί οἱ μετέπειτα ἐξελίξεις μᾶς διδάσκουν ὅτι τελικά ἐπιβιώσαμε μέχρι σήμερα χάρις στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία μας. Διότι ἡ Ὀρθόδοξη Παράδοση εἶναι Σταυροαναστάσιμη. Μᾶς θυμίζει ὅτι μετά τήν  κάθε Σταύρωση τοῦ Γένους ἀκολουθεῖ ἡ Ἀνάσταση. Ἀρκεῖ νά τό πιστέψουμε!


********************************************************

Αλώσεις άλλοτε και τώρα

Το 1453 δεν συνέβη η πτώση της Βυζαντινής Αυτοκρατορίας, της Ρωμανίας. Αυτή είχε συμβεί το 1204 κατά την Δ΄ Σταυροφορία. Οι Τούρκοι βρήκαν μία κεφαλή χωρίς σώμα, μία Κωνσταντινούπολη χωρίς ενδοχώρα. Το κτύπημα που κατάφεραν οι Φράγκοι στην Ορθόδοξη Ρωμιοσύνη και η κατανομή των εδαφών της Αυτοκρατορίας άνοιξαν τον δρόμο για τη δεύτερη Άλωση από τον Μωάμεθ τον Πορθητή. Εκείνη τη χρονιά, το 1204, ανιχνεύουμε και τη γέννηση του Νέου Ελληνισμού. Το βυζαντινό κράτος παύει πλέον να είναι πολυεθνικό με ελληνικό πολιτισμό και στη θέση του εμφανίζονται μικρά κράτη αμιγώς ελληνικά,. Η Νίκαια πρωτίστως, αλλά και η Ήπειρος και η Τραπεζούντα είναι τα πρώτα εθνικά κράτη στα Βαλκάνια. Εκφράζουν την ελληνορθόδοξη ελπίδα και γεννούν τη Μεγάλη Ιδέα. Το μυστικό της επιβιώσεως του Ελληνισμού μετά το 1453 βρίσκεται στην ιδεολογία και στα κείμενα των ανθρώπων που στελέχωσαν το κράτος της μικρασιατικής Νικαίας από το 1204 μέχρι το 1261, όταν αυτό το κράτος έδιωξε τους Λατίνους από την Κωνσταντινούπολη.
Το μυστικό αυτό λέγεται : Πίστη στην διαχρονική συνέχεια του Ελληνισμού. Και είναι χρήσιμο να το θυμόμαστε τώρα που διερχόμαστε μία ηθική, πνευματική και οικονομική κρίση. Τώρα που πολλές μικρές αλώσεις απειλούν το έθνος μας με απώλεια ταυτότητος και προσανατολισμού. Από το 1204 μέχρι και τον Κυπριακό Αγώνα του 1955-59 η πίστη στη συνέχεια του Ελληνισμού μάς κρατούσε όρθιους. Περάσαμε αλώσεις, δουλείες, σταυρώσεις, μαρτύρια, αλλάξαμε κατακτητές, αγωνισθήκαμε σε καιρούς πολεμικούς ή ειρηνικούς, προδοθήκαμε από συμμάχους και υπονομευθήκαμε από μισθοφόρους και από φορείς ξενόφερτων ιδεών, αλλά επιβιώσαμε. Γιατί πιστεύαμε στον εαυτό μας, στο παρελθόν μας και στο μέλλον μας.
Ήδη από το 1204 αυτή την πίστη στη συνέχεια του Ελληνισμού εκφράζουν οι Αυτοκράτορες της Νικαίας. Ο Θεόδωρος Λάσκαρις Α΄, ο Ιωάννης Δούκας Βατάτζης, ο Θεόδωρος Λάσκαρις Β΄. Αποτελεί άφθαστο μάθημα αξιοπρεπείας και ιστορίας η απάντηση του Βατάτζη -Θρακιώτη από το Διδυμότειχο- προς τον Πάπα Νικόλαο το 1237.Ο ηγέτης ενός μικρού κράτους του καθημαγμένου Ελληνισμού απαντά προς τον Πλανητάρχη της εποχής, αφού ο Παπικός θρόνος έστρεψε τους Σταυροφόρους προς την Κωνσταντινούπολη αντί για την Ιερουσαλήμ. Γράφει, λοιπόν, ο ελεήμων και ευλαβής Ορθόδοξος Αυτοκράτωρ ότι ο ίδιος και οι υπήκοοί του κατάγονται από το αρχαίο γένος των Ελλήνων «εξ ού η σοφία εξήνθησεν» για όλο τον κόσμο και ότι οι περισσότεροι Βυζαντινοί Αυτοκράτορες ήσαν και αυτοί Έλληνες. Και προσθέτει ότι στους Έλληνες εδόθη η Κωνσταντινούπολη από τον Μέγα Κωνσταντίνο και ότι πιστοί στην ιστορία μας και στις παραδόσεις μας θα αγωνισθούμε για να απελευθερώσουμε την Κωνσταντινούπολη και να την ξανακάνουμε ορθόδοξη και ελληνική. Αν θέλαμε να κρίνουμε με σημερινά δεδομένα ο Ιωάννης Βατάτζης είναι ο ηγέτης της δυσπραγούσης Ελλάδος και ο Πάπας είναι το Δ.Ν.Τ. Τότε είχαμε ηγέτες που ύψωναν φωνή εθνικής υπερηφανείας προς τους ισχυρούς. Τώρα άραγε έχουμε;
Αυτή η πεποίθηση στη συνέχεια του Ελληνισμού έδωσε δύναμη στους προγόνους μας μετά την Άλωση της Πόλης από τους Οθωμανούς. Έστω και αν χρησιμοποιούσαμε εναλλάξ τα εθνικά ονόματα Ρωμηός, Γραικός και Έλληνας ουδέποτε χάσαμε την εθνική μας συνείδηση που ήταν άρρηκτα δεμένη με την Ορθόδοξη Εκκλησία. Η πίστη στη διαχρονικότητα του Γένους διατρανώθηκε μέσα από αναγνώσματα όπως η Φυλλάδα του Μεγαλέξανδρου και η Αχιλλιάς, μέσα από την εμμονή στην Ελληνική γλώσσα , μέσα από την αναπαράσταση Αρχαίων σοφών στόν πρόναο πολλών εκκλησιών, μέσα από ποιήματα και δημοτικά τραγούδια, μέσα από κηρύγματα και ομιλίες λογίων. Η συνέχεια του Ελληνισμού ενέπνευσε τον Ρήγα, τους κλεφταρματολούς, τις διακηρύξεις και τα Συντάγματα του 1821, τον Διονύσιο Σολωμό που καλεί τους Τριακόσιους του Λεωνίδα να σηκωθούν και να έλθουν κοντά μας. Σήμερα που περνούμε μία πολλαπλή κρίση αναμένουμε από τους πνευματικούς ταγούς μας να ξαναμιλήσουν γι’ αυτή τη διαχρονικότητα του Έθνους, να μάς δώσουν διδάγματα από την Αρχαιότητα, το Βυζάντιο, την Φραγκοκρατία και την Τουρκοκρατία, να μας ποτίσουν με το κρασί του ’21 που έλεγε ο Κωστής Παλαμάς. Κι όμως βλέπουμε ορισμένους από αυτούς τους διανοουμένους μας να μάς δηλητηριάζουν με σάπιες πνευματικές τροφές. Αρνούνται τη συνέχεια του Ελληνισμού, χλευάζουν την ελληνορθόδοξη ταυτότητά μας, αφελληνίζουν την παιδεία μας, εισάγουν στρατιές μισθοφόρων από διάφορες χώρες στο όνομα ενός κίβδηλου ανθρωπισμού, αποδομούν την Παιδεία μετατρέποντας τα σχολεία σε κέντρα ταχύρρυθμης εκπαίδευσης Ηλεκτρονικών Υπολογιστών και αφήνοντας τα παιδιά χωρίς πρότυπα, χωρίς αξίες.
Μπορούμε και δικαιούμαστε να βγούμε από την κρίση. Αρκεί να μη ξεχάσουμε το μυστικό των προγόνων μας. Να αντισταθούμε στις ηθικές, πνευματικές και οικονομικές αλώσεις προτάσσοντας τη συνέχεια του Ελληνισμού. Να μετατραπούμε σε μία δυναμική ηθική πλειοψηφία, η οποία με ειρηνικό και δημοκρατικό τρόπο θα βάλει στο περιθώριο τους διανοουμένους της συμφοράς και θα ξανασυνδέσει τις τύχες της Ελλάδας, της Κύπρου και των Αποδήμων με το γάργαρο νερό της διαχρονικής ελληνικότητας, το μόνο που μάς ξεδιψά και μας ξεπλένει. Να βάλουμε στο περιθώριο τις υλιστικές ιδεολογίες που αποχαυνώνουν τους νέους μας μιλώντας τους είτε για τη νομοτέλεια της δικτατορίας του προλεταριάτου είτε για τη νομοτέλεια της νεοφιλελεύθερης παγκοσμιοποίησης , η οποία γκρέμισε τα σύνορα για να φέρει τελικά στην Ευρώπη τα προβλήματα των αμερικανικών τραπεζών.
Το πνεύμα του Ελληνισμού ήταν πάντα αγωνιστικό και αντιστασιακό. Ο Κωνσταντίνος Παλαιολόγος δεν υπετάγη στους όρους του Μωάμεθ, αλλά έπεσε μαχόμενος. Οι σημερινές μάχες δεν θα δοθούν με σπαθιά, αλλά με ιδέες και ιδανικά. Αρκεί να ξαναπιστέψουμε στη συνέχεια του Ελληνισμού!

Κωνσταντίνος Χολέβας 13/05/2010 http://aktines.blogspot.gr/2010/05/blog-post_4161.html
********************************************************

Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ




Γεώργιος Φραντζής

Η ΠΟΛΙΟΡΚΙΑ ΚΑΙ Η ΑΛΩΣΗ  
ΤΗΣ
ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ

Η ΠΟΛΙΣ ΕΑΛΩ
ΤΟ ΧΡΟΝΙΚΟ ΤΗΣ ΠΟΛΙΟΡΚΙΑΣ ΚΑΙ Η ΑΛΩΣΗ ΤΗΣ ΚΩΝΣΤΑΝΤΙΝΟΥΠΟΛΗΣ
ΕΚΔΟΣΕΙΣ «ΝΕΑ ΣΥΝΝΟΡΑ» - Α.Α.ΛΙΒΑΝΗ
ΑΘΗΝΑ 1993

      Οι δυστυχείς Ρωμαίοι, αφού άκουσαν τα λόγια του αυτοκράτορα, έσφιξαν την καρδιά τους, αγκα­λιάστηκαν και έκλαιγαν όλοι μαζί. Κανένας δεν έφερνε πια στη μνήμη του τα αγαπημένα του παι­διά, τη γυναίκα και την περιουσία του, αλλά ήθε­λαν όλοι να πεθάνουν για τη σωτηρία της πατρίδας τους. Ύστερα γύρισαν στις θέσεις τους για να φυλάξουν τα τείχη της πόλης. Ο αυτοκράτορας πήγε αμέσως στον ιερό ναό της Αγίας Σοφίας, προσευχήθηκε με δάκρυα στα μάτια και κοινώνη­σετων αχράντων μυστηρίων. Το ίδιο έκαναν και πολλοί άλλοι εκείνη τη νύχτα. Έπειτα γύρισε στα ανάκτορα και ζήτησε συγνώμη από όλους. Ποιος μπορεί να περιγράψει αυτήν τη στιγμή τους θρή­νους και τους οδυρμούς που ακούστηκαν τότε στο παλάτι; Κανένας άνθρωπος δε θα μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος, ακόμα κι αν ήταν από ξύλο ή από πέτρα.
Ύστερα ανεβήκαμε στα άλογά μας, βγήκαμε από τα ανάκτορα και κάναμε επιθεώρηση στα τεί­χη για να ενθαρρύνουμε τους φρουρούς που κρα­τούσαν άγρυπνοι τις θέσεις τους. Εκείνη τη νύχτα όλοι βρίσκονταν στα τείχη και τους πύργους, ενώ είχαμε κλείσει προσεκτικά όλες τις πύλες ώστε να μην μπορεί να μπει ή να βγει κανένας. Όταν φτά­σαμε στην Καλιγαρία, την ώρα που λαλούσαν για πρώτη φορά τα κοκόρια, ξεπεζέψαμε και ανεβή­καμε στον πύργο. Από εκεί ακούγαμε φωνές και δυνατό θόρυβο έξω από την πόλη. Οι φύλακες μας είπαν ότι αυτό γινόταν όλη τη νύχτα επειδή οι εχθροί έσερναν τις πολεμικές μηχανές τους κο­ντά στην τάφρο, προετοιμαζόμενοι για την επίθε­ση. Επίσης τα μεγάλα εχθρικά πλοία άρχισαν να κινούνται, προσπαθώντας να φέρουν στην ακτή τις γέφυρες που είχαν κατασκευάσει.
Οι Τούρκοι άρχισαν με μεγάλη σφοδρότητακαι ορμή την επί­θεση τη στιγμή που λαλούσαν τα κοκόρια για δεύ­τερη φορά, χωρίς να δώσουν κανένα σύνθημα, όπως είχαν χάνει και τις προηγούμενες φορές. Ο σουλτάνος διέταξε να επιτεθούν πρώτοι οι λιγότε­ρο έμπειροι, μερικοί ηλικιωμένοι και αρκετοί νέοι, ώστε να μας κουράσουν, και στη συνέχεια να ρι­χτούν εναντίον μας οι πιο έμπειροι και γενναίοι με μεγαλύτερη τόλμη και δύναμη. Έτσι λοιπόν ο πό­λεμος άναψε σαν καμίνι. Οι δικοί μας αντιστέκο­νταν με πείσμα, χτυπούσαν άγρια τους εχθρούς και τους γκρέμιζαν κάτω από τα τείχη, καταστρέ­φοντας συγχρόνως και πολλές από τις πολιορκη­τικές τους μηχανές. Οι νεκροί ήταν πολλοί και από τις δυο πλευρές, ιδίως όμως από το εχθρικό στρα­τόπεδο. Μόλις άρχισαν να σβήνουν τα άστρα του ουρανού καθώς προχωρούσε το φως της μέρας κι εμφανίστηκε στην ανατολή η ροδοδάχτυλη αυγή, όλο το πλήθος του εχθρού παρατάχθηκε σε μια σειρά που έφτανε από τη μια μέχρι την άλλη άκρη της πόλης.
    Ακούστηκαν τότε τα τύμπανα, οι σάλ­πιγγεςκαι τα υπόλοιπα πολεμικά όργανα με φω­νές και αλαλαγμούς, ενώ τα κανόνια άρχισαν να ρίχνουν όλα μαζί. Τότε όλοι οι Τούρκοι όρμησαν από ξηρά και από θάλασσα στα τείχη και άρχισαν τη συμπλοκή μαζί μας. Οι πιο θαρραλέοι έστησαν σκάλες, ανέβηκαν πάνω σ' αυτές και έριχναν αδιά­κοπα τα βέλη τους εναντίον των δικών μας. Η φρικτή και αμφίρροπη μάχη κράτησε δύο ώρεςκαι φαινόταν ότι οι χριστιανοί θα έπαιρναν πάλι τη νίκη. Τα πλοία που μετέφεραν τις σκάλες και τις κινητές γέφυρες αποκρούστηκαν από τα παρα­θαλάσσια τείχη και αναγκάστηκαν να γυρίσουν πίσω άπρακτα. Οι πολεμικές μηχανές, που έρι­χναν πέτρες από τα τείχη της πόλης, σκότωσαν πολλούς αγαρηνούς. Αλλά και εκείνοι που ήταν στην ξηρά έπαθαν τα ίδια και χειρότερα. Ήταν πολύ παράδοξο θέαμα να βλέπει κανείς τον ήλιο και τον ουρανό σκεπασμένους από ένα σύννεφο σκόνης και καπνού. Οι δικοί μας έκαιγαν τις ε­χθρικές πολεμικές μηχανές με το «υγρό πυρ», γκρέμιζαν τις σκάλες με όσους βρίσκονταν πάνω τους και σκότωναν αυτούς που επιχειρούσαν να ανεβούν στα τείχη με μεγάλες πέτρες, ακόντια, πυροβόλα και τόξα. Όπου έβλεπαν συγκεντρωμέ­νους Τούρκους, τους χτυπούσαν με μεγάλα τηλε­βόλα, σκοτώνοντας και πληγώνοντας πολλούς. Οι εχθροί απηύδησαν τόσο πολύ από τη σθεναρή α­ντίσταση που συναντούσαν ώστε θέλησαν να κά­νουν λίγο πίσω για να ξεκουραστούν, αλλά οι τσαούσηδες και οι ραβδούχοι της τουρκικής Αυ­λής τους χτυπούσαν με σιδερένια ραβδιά και βούνευρα γιανα μην υποχωρήσουν. Ποιος μπο­ρεί να περιγράψει τις κραυγές και τα βογκητά των τραυματιών και στα δύο στρατόπεδα;Ο θόρυβος και οι φωνές τους έφταναν μέχρι τον ουρανό.Με­ρικοί από τους δικούς μας, που έβλεπαν τους ε­χθρούς να υποφέρουν, τους φώναζαν: «Τι κάνετε συνεχώς επιθέσεις, αφού δεν μπορείτε να μας νι­κήσετε;» Εκείνοι τότε, προσπαθώντας να δείξουν τη γενναιότητα τους, ανέβαιναν πάλι στις σκάλες. Οι πιο τολμηροί σκαρφάλωναν στους ώμους των άλλων και οι επόμενοι τους μιμούνταν, για να μπορέσουν να φτάσουν στην κορυφή του τείχους.
     Οι σκληρότερες μάχες έγιναν στις πύλες, όπου οι αντίπαλοι συγκρούονταν με τα σπαθιά στα χέρια και οι νεκροί ήταν αμέτρητοι. Όταν η παράταξη μας άρχισε να υποχωρεί, τότε πετάχτηκαν μπρο­στά ο Θεόφιλος Παλαιολόγοςκαι ο Δημήτριος Καντακουζηνός, δύο γενναίοι άντρες που έτρε­ψαν τους αγαρηνούς σε φυγή, τους γκρέμισαν κά­τω από τα τείχη και τους σκόρπισαν. Συγχρόνως έτρεξαν σε βοήθεια κι άλλοι δικοί μας, ενώ ο αυ­τοκράτοραςπου βρέθηκε εκεί έφιππος τους ενε­θάρρυνε και τους παρακινούσε να πολεμάνε με σθένος, λέγοντας: «Συμπολεμιστές και αδέρφια μου, σας παρακαλώ στο όνομα του Θεού να κρα­τάτε τη θέση σας με γενναιότητα. Βλέπω ότι το πλήθος των εχθρών άρχισε να κουράζεται και να διασκορπίζεται. Δε μας χτυπούν πλέον με τάξη και σύστημα. Ελπίζω στο Θεό ότι η νίκη είναι δική μας. Να νιώθετε λοιπόν χαρά επειδή το στε­φάνι της νίκης θα είναι δικό μας τόσο στη γη όσο και στον ουρανό. Ο Θεός βρίσκεται στο πλευρό μας και προκαλεί δειλία στους άπιστους».
Τη στιγμή που μιλούσε ο αυτοκράτορας, ο Ιω­άννης Ιουστινιάνης πληγώθηκε από βέλος στο πά­νω μέρος του δεξιού του ποδιού. Αυτός ο τόσο έμπειρος πολεμιστής, στον πόλεμο, βλέποντας το αίμα να τρέχει από το σώμα του, έγινε κίτρινος από φόβο. Έχασε αμέσως το θάρρος του, σταμά­τησε να αγωνίζεται και έτρεξε να βρει γιατρό σιω­πηλός, χωρίς να σκέφτεται την ανδρεία και την καρτερικότητα που είχε δείξει μέχρι τότε. Δεν εί­πε όμως τίποτα στους συντρόφους του ούτε άφησε κανέναν αντικαταστάτη, για να μην προκληθεί σύγχυση που θα μπορούσε να αποβεί μοιραία. Οι στρατιώτες του τον αναζήτησαν με το βλέμμα και, μαθαίνοντας ότι είχε φύγει, καταλήφθηκαν από ταραχή και φόβο. Ευτυχώς, ο αυτοκράτορας που βρέθηκε εκεί κατά τύχη, τους είδε ταραγμένους και φοβισμένους σαν τα κυνηγημένα πρόβατα και θέλησε να μάθει την αιτία. Όταν λοιπόν είδε το στρατηγό του Ιουστινιάνη να φεύγει, τον πλη­σίασε και του είπε: «Γιατί το έκανες αυτό, αδερφέ μου; Γύρνα πίσω στη θέση σου. Η πληγή είναι ασήμαντη και η παρουσία σου απαραίτητη. Η πό­λη στηρίζεται σε σένα για να σωθεί». Του είπε και άλλα πολλά, αλλά εκείνος δεν έδωσε απάντηση. Αντίθετα, έφυγε και πήγε στο Πέραν, όπου πέθα­νεντροπιασμένος από λύπη για την περιφρόνηση των άλλων.
      Οι Τούρκοι όμως είδαν την ταραχή των δικών μας και πήραν θάρρος. Ο Σογάν πασάς κέντρισε με κατάλληλα λόγια τη φιλοτιμία των γενιτσάρων και των άλλων στρατιωτών, ενώ ένας γιγαντόσωμος γενίτσαρος (που λεγόταν Χασάν και καταγόταν από το Λουπάδι της Κυζίκου) έβα­λε με το αριστερό χέρι την ασπίδα πάνω από το κεφάλι του, τράβηξε με το δεξί το σπαθί, ανέβηκε στο σημείο του τείχους όπου είχαν αρχίσει να υ­ποχωρούν οι δικοί μας και ρίχτηκε πάνω τους. Τον Χασάν ακολούθησαν περίπου άλλοι 30 Τούρ­κοι που θέλησαν να φανούν εξίσου γενναίοι. Όσοι από τους δικούς μας είχαν απομείνει εκεί έριξαν τεράστιες πέτρες και βέλη εναντίον τους, γκρεμί­ζοντας τους 18 κάτω από τα τείχη, αλλά ο Χασάν κατάφερε να ανεβεί και να τρέψει σε φυγή τους χριστιανούς. Μετά την επιτυχία του, πολλοί άλλοι Τούρκοι βρήκαν την ευκαιρία να τον ακολουθή­σουν και να σκαρφαλώσουν στα τείχη, αφού οι ελάχιστοι δικοί μας δεν κατάφεραν να τους εμπο­δίσουν. Πολέμησαν όμως με θάρρος και σκότωσαν πολλούς. Κατά τη διάρκεια της συμπλοκής ο Χα­σάν χτυπήθηκε από πέτρα και έπεσε κάτω. Μόλις τον είδαν οι δικοί μας πήραν θάρρος και τον λι­θοβολούσαν από όλες τις πλευρές. Εκείνος σηκώ­θηκε στα γόνατα και συνέχισε να πολεμά, αλλά το δεξί του χέρι δέχτηκε αμέτρητα τραύματα από βέλη και έπεσε παράλυτο. Στη σύγκρουση αυτή σκοτώθηκαν και πληγώθηκαν πολλοί Τούρκοι, οι οποίοι μεταφέρθηκαν πίσω στο στρατόπεδο. Το πλήθος όμως εκείνων που είχαν ανεβεί στα τείχη διασκόρπισε τους δικούς μας, που εγκατέλειψαν το εξωτερικό και έτρεξαν μέσα στην πόλη με τόση βία ώστε ο ένας πατούσε τον άλλο. Καθώς συνέ­βαιναν αυτά, ακούστηκαν φωνές από μέσα, από έξω και από το μέρος του λιμανιού: «Έπεσε το φρούριο. Στους πύργους στήθηκαν σημαίες και λάβαρα». Οι φωνές αυτές έτρεψαν σε φυγή τους δικούς μας, ενώ έδωσαν καινούριο θάρρος στους εχθρούς που άρχισαν να ανεβαίνουν στα τείχη άφοβα και με αλαλαγμούς χαράς.
     Όταν ο δυστυχισμένος αυτοκράτορας και δε­σπότης μου είδε αυτό το θέαμα, παρακαλούσε το Θεό με δάκρυα στα μάτια και παρακινούσε τους στρατιώτες να φανούν γενναίοι. Δυστυχώς, όμως, δεν υπήρχε πλέον καμιά ελπίδα βοήθειας ή συ­μπαράστασης. Τότε τσίγκλησε το άλογό του, έφτα­σε στο σημείο από όπου οι εχθροί έμπαιναν στην πόλη και ρίχτηκε πάνω τους όπως ο Σαμψών κατά των αλλοφύλωνΣτην πρώτη του επίθεση τους γκρέμισε όλους κάτω από τα τείχη, πράγμα που φάνηκε σαν θαύμα σε όσους το είδαν. Μουγκρί­ζοντας σαν λιοντάρι και κρατώντας το σπαθί στο δεξί του χέρι, έσφαξε τόσους πολλούς Τούρκους ώστε το αίμα έτρεχε σαν ποτάμι από τα χέρια και τα πόδια του.
     Ο Φραγκίσκος Τολέντο, τον οποίο αναφέραμε παραπάνω, φάνηκε ανώτερος ακόμα και από τον Αχιλλέα. Πολεμώντας στα δεξιά του αυτοκράτορα, κομμάτιαζε τους εχθρούς με δόντια και με νύχια. Το ίδιο έκανε και ο Θεόφιλος Πα­λαιολόγος. Βλέποντας τον αυτοκράτορα να αγω­νίζεται για να σώσει την πόλη που κινδύνευε, φώ­ναξε κλαίγοντας: «Καλύτερα να πεθάνω παρά να ζήσω». Ύστερα όρμησε κραυγάζοντας πάνω στους εχθρούς και σκότωσε ή έτρεψε σε φυγή όσους βρέ­θηκαν μπροστά του. Ο Ιωάννης Δαλμάτης, που βρέθηκε κι αυτός στο ίδιο μέρος, πολεμούσε με ηρωισμό σαν γενναίος στρατιώτης που ήταν. Ό­σοι βρέθηκαν στο πεδίο της μάχης θαύμασαν την τόλμη και την ανδρεία των εξαιρετικών εκείνων ανδρών. Οι επιθέσεις επαναλήφθηκαν δύο και τρεις φορές, μέχρι που κατάφεραν να τρέψουν τους απίστους σε φυγή, να σκοτώσουν πολλούς και να γκρεμίσουν άλλους κάτω από τα τείχη. Οι στρατιώτες μας πολέμησαν με μεγάλη γενναιότητα και στο τέλος έπεσαν νεκροί, αφού προηγουμένως είχαν προξενήσει τεράστιες απώλειες στους ε­χθρούς. Πολλοί άλλοι σκοτώθηκαν επίσης κοντά στην Πύλη του Αγίου Ρωμανού, όπου οι εχθροί είχαν στήσει τη μεγάλη ελέπολη και το φοβερό κανόνι , με τα οποία γκρέμισαν τα τείχη και κατάφεραν να πρωτομπούν στην πόλη. Τη στιγμή εκεί­νη εγώ δε βρισκόμουν κοντά στον αυτοκράτορα και δεσπότη μου, επειδή είχα πάει να επιθεωρήσω ένα άλλο σημείο της πόλης, σύμφωνα με τη διατα­γή του.
Όταν μπήκαν οι εχθροί στην Πόλη, έδιωξαν τους χριστιανούς που είχαν απομείνει στα τείχη με τηλεβόλα, βέλη, ακόντια και πέτρες. Έτσι έγι­ναν κύριοι ολόκληρης της Κωνσταντινούπολης, εκτός των πύργων του Βασιλείου, του Λέοντος και του Αλεξίου,τους οποίους κρατούσαν οι ναύ­τες από την Κρήτη που πολέμησαν από τις 6 μέχρι τις 8 το απόγευμα και σκότωσαν πολλούς Τούρ­κους. Βλέποντας το πλήθος των εχθρών που είχαν κυριεύσει την πόλη, δεν ήθελαν να παραδοθούν αλλά έλεγαν ότι προτιμούσαν να πεθάνουν παρά να ζήσουν. Κάποιος Τούρκοςειδοποίησε τότε το σουλτάνο για την ηρωική άμυνά τους κι εκείνος συμφώνησε να τους επιτρέψει να φύγουν με το πλοίο και όλα τα πράγματα που είχαν μαζί τους. Παρά τις υποσχέσεις του όμως, ο σουλτάνος με πολύ κόπο κατάφερε να τους πείσει να αφήσουν τους πύργους και να φύγουν. Δύο αδέρφια, οι Ιταλοί Παύλος και Τρωίλος, πολέμησαν με γεν­ναιότητα μαζί με αρκετούς άλλους στη θέση που είχαν αναλάβει. Κατά τη διάρκεια του αγώνα τους σκοτώθηκαν πολλοί κι από τις δυο πλευρές. Σε μια στιγμή ο Παύλος είδε τους εχθρούς μέσα στην πόλη και είπε στον αδερφό του: «Χάθηκαν τα πά­ντα. Κρύψου ήλιε και θρήνησε γη. Η Πόλη έπεσε. Ανώφελο πια να πολεμάμε. Ας κοιτάξουμε τουλά­χιστον να σωθούμε εμείς οι ίδιοι».
      Έτσι οι Τούρκοι έγιναν κύριοι της Κωνσταντι­νούπολης τηνΤρίτη 29 Μαΐου 1453, στις δυόμισι το μεσημέριΆρπαζαν και αιχμαλώτιζαν όσους έβρισκαν μπροστά τους, έσφαζαν όσους επιχει­ρούσαν να αντισταθούν και σε ορισμένα μέρη δε διακρινόταν η γη από τα πολλά πτώματα που ήταν πεσμένα κάτω.Το θέαμα ήταν φρικτό. Παντού ακούγονταν θρήνοικαι παντού γίνονταν αρπαγές γυναικών όλων των ηλικιών. Αρχόντισσες, νέες κοπέλες και καλόγριες σέρνονταν από τα μαλλιά έξω από τις εκκλησίες όπου είχαν καταφύγει, ενώ έκλαιγαν και οδύρονταν. Ποιος μπορούσε να πε­ριγράψει τα κλάματα και τις φωνές των παιδιών ήτη βεβήλωση των ιερών εκκλησιών;Το άγιο σώμα και αίμα του Χριστού χυνόταν στη γη. Οι Τούρκοι άρπαζαν τα ιερά σκεύη, τα έσπαζανή τα κρατού­σαν για λογαριασμό τους. Το ίδιο έκαναν και με τα ιερά αναθήματα. Ποδοπατούσαν τις άγιες εικό­νες, τους αφαιρούσαν το χρυσάφι, το ασήμι και τους πολύτιμους λίθους, και έφτιαχναν με αυτές κρεβάτια και τραπέζια. Άλλοι στόλιζαντα άλογα τους με τα χρυσοΰφαντα μεταξωτά άμφια των ιε­ρέων και άλλοι τα έκαναν τραπεζομάντιλα. Άρπαζαν τα πολύτιμα μαργαριτάρια από τα άγια κει­μήλια, καταπατούσαν τα ιερά λείψανα των αγίων και, σαν πραγματικοί πρόδρομοι του διαβόλου, έκαναν αμέτρητα ανοσιουργήματα, που μόνο το θρήνο μπορούν να προκαλέσουν. Χριστέ, βασιλιά μου, οι αποφάσεις Σου ξεπερνάνε το μυαλό του ανθρώπου!
Μέσα στην απέραντη εκκλησία της Α­γίας Σοφίας, τον επίγειο ουρανό, το θρόνο της δόξας του Θεού, το άρμα των Χερουβείμ, το θείο δημιούργημα, το αξιοθαύμαστο κατασκεύασμα, το στολίδι της γης, τον ωραιότερο από όλους τους ναούς, έβλεπε κανείς τους Τούρκους να τρώνε και να πίνουν στο Ιερό Βήμα και στην Αγία Τρά­πεζα ή να ασελγούν πάνω σε γυναίκες, νέες κοπέ­λες και μικρά παιδιάΠοιος μπορούσε να μείνει ασυγκίνητος και να μη θρηνήσει για την άγια εκ­κλησία μας;  Όλοι πονούσαν από το κακό που έβλε­παν. Στα σπίτια θρήνοι και κλάματα, στους δρό­μους οδυρμοί, στις εκκλησίες αντρικές κραυγές πόνου, γυναικεία μοιρολόγια, βαρβαρότητες, φό­νοι και βιασμοί. Οι ευγενείς ατιμάζονταν και οι πλούσιοι έχαναν τις περιουσίες τους. Σε όλες τις πλατείες και τις γωνιές της πόλης γίνονταν αμέ­τρητα κακουργήματα. Κανένα μέρος ή καταφύγιο δε γλίτωσε από την έρευνα και τη βεβήλωση. Οι άπιστοι έσκαψαν κήπους και γκρέμισαν σπίτια για να βρουν χρήματα ή κρυμμένους θησαυρούς. Όσα βρήκαν, τα πήραν για να χορτάσουν την απληστία τους. Χριστέ, βασιλιά μου, γλίτωσε από τη θλίψη και τον πόνο όλες τις πόλεις και τις χώρες όπου κατοικούν χριστιανοί.
     Την τρίτη μέρα μετά την άλωση ο σουλτάνος έδωσε εντολή να γίνουν γιορτές και πανηγύρια για τη μεγάλη νίκη, και διέταξε να βγουν έξω ελεύθερα και άφοβα όσοι ήταν κρυμμένοι σε διά­φορα μέρη της Πόλης, μικροί και μεγάλοι. Διέταξε επίσης να γυρίσουν στα σπίτια τους όσοι είχαν φύγει εξαιτίας του πολέμου και να ζήσουν εκεί όπως πριν, σύμφωνα με το δίκαιο και τη θρησκεία τους. Ακόμα, έδωσε διαταγή να εκλέξουν πα­τριάρχη σύμφωνα με τα έθιμα τους. αφού ο προη­γούμενος πατριάρχης είχε πεθάνει. Οι αρχιερείς και οι ελάχιστοι άλλοι κληρικοί και λαϊκοί που έτυχε να βρίσκονται στην πόλη διάλεξαν για το αξίωμα αυτό το Γεώργιο Σχολάριο, που ήταν έ­νας πολύ καλλιεργημένος πολίτης, τον οποίο χει­ροτόνησαν πατριάρχη και τον ονόμασαν Γεννά­διο.
Οι χριστιανοί αυτοκράτορες συνήθιζαν να χα­ρίζουν στο νέο πατριάρχη μια χρυσή ράβδο στο­λισμένη με πολύτιμους λίθους και μαργαριτάρια, καθώς και ένα άλογο με πολυτελή βασιλική σέλα και κάλυμμα από άσπρο και χρυσό ύφασμα. Ο πατριάρχης έβγαινε από τα ανάκτορα μαζί με όλα τα μέλη της συγκλήτου και πήγαινε στο πα­τριαρχείο κάτω από τις επευφημίες του πλήθους.
Η χειροτονία του γινόταν από τους αρχιερείς, ό­πως όριζε η Εκκλησία και ο νόμος. Ο μελλοντικός πατριάρχης έπαιρνε τη ράβδο από τα χέρια του αυτοκράτορα με τον τρόπο που αναφέρουμε στη συνέχεια.
     Ο αυτοκράτορας καθόταν στο θρόνο, οι συγκλητικοί στέκονταν γύρω του ασκεπείς και ο μέγας πρωτοπαπάς του παλατιού άρχιζε την τε­λετή με το «Ευλογητός ο Θεός». Ύστερα έλεγε μια σύντομη ευχή και ο μεγάλος δομέστικος έψελνε το «Όπου γαρ βασιλέως παρουσία». Ο λαμπαδάριος και η χορωδία συνέχιζαν με το «Νυν και αεί» και το «Ο βασιλεύς των ουρανών». Όταν τελείωνε και αυτό το τροπάριο, ο αυτοκράτορας σηκωνόταν κρατώντας τη ράβδο στο δεξί του χέρι. Ο υποψή­φιος πατριάρχης πλησίαζε με το μητροπολίτηΚαισαρείαςστα δεξιά του και το μητροπολίτηΗράκλειαςστα αριστερά, έκανε τρεις μετάνοιες μπροστά σε όλους και μετά πλησίαζε τον αυτοκρά­τορα για να προσκυνήσει, όπως ήταν η συνήθεια. Ο αυτοκράτορας ύψωνε λίγο τη ράβδο και έλεγε: «Η Αγία Τριάς, η την εμήν βασιλείαν δωρησαμένη, προχειρίζεταί σε εις πατριάρχην Νέας Ρώ­μης». Ο νέος πατριάρχης έπαιρνε την εκκλησια­στική εξουσία από τον αυτοκράτορα, τον οποίο ευχαριστούσε, και οι δύο χορωδίες έψελναν τρεις φορές το «Εις πολλά έτη, δέσποτα». Με τον τρόπο αυτό τελείωνε η τελετή. Ύστερα, κρατώντας κηροπήγια με λαμπάδες, ο πατριάρχης κατέβαινε από το διβάμβουλο στο προαύλιο του παλατιού και ανέβαινε στο άλογο το οποίο περίμενε στολισμέ­νο.
Θέλοντας λοιπόν και ο αχρείος σουλτάνος να κάνει, σαν βασιλιάς της Κωνσταντινούπολης, ό,τι έκαναν οι χριστιανοί αυτοκράτορες, προσκά­λεσε τον πατριάρχη να καθίσει, να φάει και να συζητήσει μαζί του. Μόλις εκείνος έφτασε στο παλάτι του, τον δέχτηκε με μεγάλη τιμή, συζήτησε μαζί του πολλή ώρα και του έδωσε αμέτρητες υ­ποσχέσεις. Όταν ήρθε η ώρα να φύγει, ο σουλτά­νος έβγαλε μια πολύτιμη ποιμαντορική ράβδο και τον παρακάλεσε να τη δεχτεί σαν δώρο. Ύστερα, θέλοντας και μη, ο πατριάρχης κατέβηκε μαζί του στην αυλή, όπου τον ανέβασε σε ένα άλογο που περίμενε έτοιμο και έδωσε εντολή στους άρχοντες της Αυλής του να τον συνοδέψουν με όλες τις τιμές. Πραγματικά οι αυλικοί, άλλοι μπροστά και άλλοι πίσω από τον πατριάρχη, τον συνόδε­ψαν μέχρι το σεπτό Αποστολείο, το οποίο είχε παραχωρήσει ο σουλτάνος για πατριαρχείο. Ο ά­θλιος όμως κράτησε τον περίλαμπρο ναό της Α­γίας Σοφίας, το υπέροχο κειμήλιο, τον επίγειο ου­ρανό και θαύμα της ανθρωπότητας, για να τον χρησιμοποιήσει σαν τόπο του δικού του προσκυνήματος. Όπως είπαμε προηγουμένως, ο θαυματουργός ναός των Βλαχερνών είχε πυρποληθεί. Ο πατριάρχης όμως έμεινε λίγο καιρό στο Αποστολείο επειδή σ' εκείνα τα μέρη είχαν απο­μείνειελάχιστοι χριστιανοί και επιπλέον φοβόταν μήπως του συμβεί κανένα κακό μέσα στην ερημιά, αφού μια μέρα κάποιος αγαρηνός βρέθηκε σκοτω­μένος στο προαύλιο της εκκλησίας.Γι' αυτούς τους λόγους ζήτησε το μοναστήρι της Παμμακάρι­στου, το οποίο του δόθηκε για πατριαρχείο, δεδο­μένου ότι εκεί ζούσαν αρκετοί χριστιανοί. Έδωσε λοιπόν εντολή να μεταφερθούν οι μοναχές στο μοναστήρι του Αγίου Προφήτη και Προδρόμου Ιωάννη που βρισκόταν στα ανάκτορα του Τρού­λου, όπου είχε γίνει η Πενθέκτη Οικουμενική Σύ­νοδος στα χρόνια της βασιλείας του Ιουστινιανού Β' του Ρινοτμήτου. Εκείνη την εποχή ο Τρούλος ήταν ένα λαμπρό παλάτι στο βόρειο μέρος της Παμμακαρίστου.
Ο ασεβέστατος και εξολοθρευτής των χριστια­νών σουλτάνος, πονηρός και πανούργος σαν αλε­πού, δεν τα έκανε όλα αυτά από ευλάβεια ή από καλοσύνη, αλλά για να ακούσουν οι χριστιανοί τις υποσχέσεις του και να έρθουν να κατοικήσουν στην Κωνσταντινούπολη η οποία είχε ερημωθεί από το μακρόχρονο πόλεμο και προπάντων μετά την κατάληψη της από τους Τούρκους. Πραγματι­κά, μερικοί χριστιανοί ξαναγύρισαν στην πόλη, ενώ μετά από λίγο έφερε και αρκετούς αποίκους (που ονομάζονται σεργούνηδες στα τουρκικά) από τον Καφά της Τραπεζούντας, τη Σινώπη και το Ασπρόκαστρο. Έδωσε επίσης στον πατριάρχη ο­ρισμένα γραπτά διατάγματα με τη σουλτανική σφραγίδα και την υπογραφή του, ούτως ώστε κανένας να μην τον ενοχλεί ή να του φέρνει αντιρρή­σεις. Με τα διατάγματα αυτά ο πατριάρχης θα έμενε για πάντα ανενόχλητος, αφορολόγητος και ασφαλισμένος από κάθε κίνδυνο, τόσο ο ίδιος όσο και οι διάδοχοί του, καθώς και οι υπόλοιποι ιερείς που βρίσκονταν κάτω από την εξουσία του.


********************************************************

Επιστολή Πάπα Πίου του Β' προς τον Μωάμεθ δέκα χρόνια μετά την Άλωση


 
Επιστολή του πάπα Πίου του Β' 
προς τον Μωάμεθ δέκα χρόνια μετά την Άλωση

    Eίχαν περάσει δέκα περίπου χρόνια από την Άλωση, οι σχέσεις της Kαθολικής Eκκλησίας με την (ανθενωτική) Eκκλησία της Aνατολής είχαν στην πραγματικότητα διακοπεί, όταν ο τότεπάπας της Pώμης Πίος ο B΄, ο κατά κόσμο Aeneas Sylvius Piccolomini, αποφασίζει να συντάξει μια επιστολή στα λατινικά, αποδέκτης της οποίας ήταν ο Mεχμέτ, ο Πορθητής της Kωνσταντινουπόλεως

Nα σημειωθεί αμέσως πως δεν είναι βέβαιο αν στάλθηκε τελικά το επιστολικό αυτό κείμενο στην Kωνσταντινούπολη, καθώς μάλιστα στα 1464 πέθανε ο επιστολογράφος, αλλά κανείς στην έρευνα δεν αμφισβητεί πως η επιστολή γράφτηκε (πιθανότατα στα τέλη του 1461) και πως αποτελεί ένα κείμενο που απηχεί τις απόψεις τού τότε πάπα· και ακόμα είναι εξακριβωμένο πως το κείμενο της επιστολής τυπώθηκε λίγα χρόνια αργότερα, πριν πάντως πεθάνει ο Πορθητής, στην Kολωνία, στο Tρεβίζο και στη Pώμη. Kατά συνέπεια τα περιεχόμενά της, ακόμα και αν η επιστολή δεν επιδόθηκε στον υπαρκτό παραλήπτη της, έγιναν -μπορούσαν να γίνουν- γνωστά στην Kωνσταντινούπολη με μια από τις πολλές εκδόσεις που γνώρισε το κείμενο της επιστολής. Διότι είναι δύσκολο να φανταστούμε πως ένα έντυπο με τον βαρύγδουπο τίτλο Pii Secundi Pontificis Maximi: Ad Illustrem Mahumetem, Turcorum Imperatorem, Epistula (Πίος ο B΄, Mέγας Ποντίφικας, προς τον Eκλαμπρότατον Mωάμεθ, αυτοκράτορα των Tούρκων, Eπιστολή), όπως τιτλοφορείται η επιστολή στην έκδοση για παράδειγμα του Tρεβίζο του1475, δεν προκάλεσε το ενδιαφέρον κάποιου· και αυτός ο κάποιος, είτε ήταν πρεσβευτής είτε μέλος της κοινότητας των καθολικών που ζούσαν στην Kωνσταντινούπολη είτε υπέρμαχος των συμφερόντων της Πύλης, δεν θέλησε να προσφέρει αυτό το έντυπο -ή απλώς να το καταστήσει γνωστό- στον δηλούμενο αποδέκτη της περιεχόμενης επιστολής. Mε άλλα λόγια, μοιάζει απίθανο ο Πορθητής να μην έμαθε την πρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας, έστω και αν ο πάπας που την συνέταξε είχε στο μεταξύ πεθάνει.

H πρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας

H Oρθόδοξη Eκκλησία μέσω της εμπλοκής του Πορθητή στα της επαναλειτουργίας του Πατριαρχείου Kωνσταντινουπόλεως του είχε προσφέρει, όπως είδαμε στο προηγούμενο άρθρο μας, μια έμμεση νομιμοποίηση στις συνειδήσεις τουλάχιστον των χριστιανών υπηκόων της αυτοκρατορίας. H Kαθολική Eκκλησία ήταν περισσότερο ριζοσπαστική στις υποσχέσεις της αλλά και λίγο, ίσως, ουτοπική στον οραματισμό της.

Mολονότι το κείμενο της επιστολής είναι μακρότατο (στην έκδοση του Tρεβίζο κατελάμβανε 56 τυπωμένα φύλλα, 112 σελίδες), αξίζει να παρακολουθήσουμε εδώ τα κύρια σημεία, εκείνα τουλάχιστον που έχουν σχέση με τη νομιμοποίηση του Πορθητή και τις αναφορές στην Oρθόδοξη Eκκλησία, για να δικαιολογήσουμε και τους παραπάνω χαρακτηρισμούς.

Aποκάλεσα την πρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας «λίγο, ίσως, ουτοπική», διότι ζητούσε από τον χαλίφη Πορθητή να βαπτιστεί και να γίνει χριστιανός, να αλλάξει το θρήσκευμά του χάνοντας έτσι τη νομιμοποιητική βάση της εξουσίας του για τους μουσουλμάνους υπηκόους του - οραματιζόμενη μάλιστα την πράξη του αυτή να την ακολουθούσαν και οι άλλοι μη χριστιανικοί λαοί της Aνατολής. Kαι ήταν «ριζοσπαστική», διότι η νομιμοποίησή του από την Kαθολική Eκκλησία θα ήταν άμεση και ανεπιφύλακτη: θα σε εγκαταστήσουμε νόμιμο ηγεμόνα όλων αυτών των λαών, «θα σε ονομάζουμε αυτοκράτορα των Eλλήνων και της Aνατολής» («Nos te Graecorum et Orientis imperatorem appellabimus»), του υπόσχεται ο πάπας Πίος B΄, και δεν θα προσφέρουμε πλέον τη βοήθειά μας σε όλους εκείνους τους χριστιανούς που φεύγουν από το κράτος σου και έρχονται σε μας.

Στο εύλογο ερώτημα: βάσει ποιας νομιμότητας η Kαθολική Eκκλησία θα έχριζε και θα εγκαθιστούσε τον, χριστιανό πλέον, Πορθητή της Kωνσταντινούπολης σαν νόμιμο ηγεμόνα των Eλλήνων και της Aνατολής; Η απάντηση ούτε απλή είναι, ούτε στην πραγματικότητα αφορούσε τον Πορθητή· έχει να κάνει με τα πολιτικά ιδεολογήματα του δυτικού κόσμου για τους νόμιμους διαδόχους του ρωμαϊκού κράτους.

H Kαθολική Eκκλησία, που τον 8ο αιώνα είχε εμφανιστεί σαν κληροδόχος μετά την πτώση του δυτικού ρωμαϊκού κράτους του imperium romani, κληροδόχος ενός δικαιώματος που το παραχώρησε, τα Xριστούγεννα του 800 μ.X., στον Kαρλομάγνο, θέλησε τον 15ο αιώνα, μετά την πτώση του ανατολικού ρωμαϊκού κράτους, του βυζαντινού κράτους, να εμφανιστεί και πάλι σαν νόμιμη διάδοχος του αντίστοιχου imperium και διαπραγματευόταν να το παραχωρήσει, υπό όρους, στον νέο κυρίαρχο της Kωνσταντινούπολης.

Το δέλεαρ της νομιμοποίησης

O πρώτος όρος που έθετε ο επικεφαλής της Kαθολικής Eκκλησίας ήταν ο Πορθητής να γίνει χριστιανός, το δεύτερο που έπρεπε να υποσχεθεί ήταν ότι θα προσέφερε τον ισχυρό βραχίονά του, προκειμένου να τιμωρηθούν όλοι εκείνοι που πλήττουν τα δικαιώματα της Kαθολικής Eκκλησίας και επαναστατούν εναντίον της μητέρας Eκκλησίας τους. Σαφής νομίζω αναφορά στους ανθενωτικούς που δεν ήθελαν να εφαρμόσουν όσα αποφασίστηκαν στη Σύνοδο της Φλωρεντίας και τώρα συνεργάζονταν μαζί του. Θα ζητήσουμε τη βοήθειά σου, γράφει ο Πίος ο B΄ στην επιστολή του συνοψίζοντας στο σημείο αυτό όλα όσα αναφέραμε πιο πάνω, όπως έκαναν οι προκάτοχοί μου, οι πάπες Στέφανος, Aδριανός και Λέων που ζήτησαν βοήθεια από τον Πεπίνο και τον Kαρλομάγνο εναντίον των Λομβαρδών· και όταν τους ελευθέρωσαν τους μεταβίβασαν το imperium που κρατούσαν από τους Έλληνες. H αναφορά που υποθέσαμε πιο πάνω πως γίνεται στους ανθενωτικούς, σε άλλο σημείο της επιστολής είναι ρητή: «Oι Έλληνες είχαν εγκαταλείψει την Ένωση με την Eκκλησία της Pώμης, όταν εσύ κατέκτησες την Kωνσταντινούπολη», γράφει επί λέξει ο πάπας στον Πορθητή, «δεν αποδέχονταν πλέον τις αποφάσεις της Συνόδου της Φλωρεντίας και έμεναν μέσα στην πλάνη. Oι απόψεις τους για το Άγιο Πνεύμα και το Kαθαρτήριο δεν είναι σύμφωνες με την αληθινή πίστη».

H ιστορική σημασία της επιστολής

H επιστολή όπως είπαμε δεν επιδόθηκε ίσως ποτέ στον υπαρκτό αποδέκτη της· η συγγραφή της όμως και το δημοσιευμένο κείμενό της έμειναν ως ένα τεκμήριο των απόψεων, των αντιδράσεων καλύτερα, της Kαθολικής Eκκλησίας στο modus vivendi που λίγους μήνες μετά την Άλωση βρέθηκε στην Aνατολή ανάμεσα στον Πορθητή και εκείνους (τους ανθενωτικούς) που επάνδρωσαν την Oρθόδοξη Eκκλησία. Έμεινε ως μια αντιπρόταση της Kαθολικής Eκκλησίας στην πολιτική λύση της έμμεσης νομιμοποίησης που η Oρθόδοξη Eκκλησία προσέφερε στον νέο, μη χριστιανό, κυρίαρχο της Aνατολής. Aν όμως η επιστολή, μολονότι δεν επιδόθηκε, έγινε γνωστή, όπως υποθέσαμε, στον Πορθητή, ιστορική σημασία έχει και η σιωπή του. Δεν έγινε χριστιανός και φαίνεται πως δεν τον συγκλόνισε το γεγονός που του επισήμανε ο πάπας, ότι οι χριστιανοί υπήκοοί του είχαν λανθασμένες απόψεις για το «Άγιο Πνεύμα και το Kαθαρτήριο». Aρκέστηκε προφανώς στην πολιτική λύση που είχε σχεδιαστεί μετά την Άλωση, η οποία του επέτρεπε να διατηρεί το θρήσκευμά του -νομιμοποιητική βάση της εξουσίας του για τους μουσουλμάνους υπηκόους του- και του έδινε μιαν έμμεση νομιμοποίηση, με την εμπλοκή του στα εκκλησιαστικά της Oρθόδοξης Eκκλησίας, για τους χριστιανούς υπηκόους του. Έχασε έτσι την ευκαιρία να γίνει ένας νέος Kαρλομάγνος, «αυτοκράτορας των Eλλήνων και της Aνατολής» με τις ευλογίες της Kαθολικής Eκκλησίας, και αρκέστηκε στον διττό ρόλο του χαλίφη αυτοκράτορα, με την Oρθόδοξη Eκκλησία -και ό,τι αυτή εξέφραζε, δηλαδή την κοινωνία των ορθόδοξων Pωμιών- να επιβιώνει, με πολλές είναι αλήθεια θυσίες, στην Aνατολή μέσα στον κλοιό της νέας αυτοκρατορίας.

********************************************************



στο κάτωθι link :

http://www.hri.org/MPA/gr/other/1453/index.html 

******************************************************

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου